Πρόκειται για το ομώνυμο βιβλίο του A.ΡΕΒΙΑΚΙΝ που κυκλοφόρησε στην Ελλάδα το
1946. Στην ψηφιοποίηση μετέφερα το κείμενο στη σημερινή γλώσσα (μονοτονικό,
ορθογραφία λέξεων) χωρίς φυσικά να αλλοιώσω τα γραφόμενα. Θ’ ανέβει ολόκληρο σε
πέντε συνέχειες.
ΣΤΙΣ ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΤΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ, ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΣΕ ΟΛΟΥΣ τους άλλους τομείς ο Στάλιν είναι ο άμεσος και μεγαλοφυής συνεχιστής της διδασκαλίας του Μαρξ, του Ένγκελς και του Λένιν.
Οι θεμελιωτές του διαλεχτικού υλισμού θεωρώντας ότι το περιεχόμενο της τέχνης είναι η πραγματικότητα σε όλη την πληρότητα και συνθετότητα των εκδηλώσεων της, πίστευαν πως η τέχνη έχει τεράστια μορφωτική δύναμη.
O Μαρξ εξετάζοντας την τέχνη σαν ιδιόμορφο «τρόπο αφομοίωσης του κόσμου» (Κριτική της πολιτικής οικονομίας) έλεγε πως ”η λαμπρή σχολή των άγγλων μυθιστοριογράφων φανέρωσε στον κόσμο περισσότερες πολιτικές και κοινωνικές αλήθειες άπ’ όσες όλοι μαζί οι πολιτικοί, οι δημοσιογράφοι, και οι ηθικολόγοι και απεικόνισε όλα τα στρώματα της αστικής τάξης” (άρθρο στο «Βήμα της Νέας Υόρκης» της 1ης του Αυγούστου του 1854 ή 1851).
Το ίδιο κι ο Ένγκελς έλεγε, πως το σοσιαλιστικό μυθιστόρημα «ανταποκρίνεται πέρα για πέρα στον προορισμό του, όταν απεικονίζει σωστά τις πραγματικές σχέσεις και διαλύει τις συμβατικές αυταπάτες για τη φύση αυτών των σχέσεων, κλονίζοντας έτσι την αισιοδοξία του αστικού κόσμου (γράμμα στον Κάουτσκι στις 29 του Νοέμβρη 1885).
Και πως
”o ρεαλισμός προυποθέτει, εκτός από την ακρίβεια στις λεπτομέρειες, την πιστή απόδοση των τυπικών χαρακτήρων στις τυπικές καταστάσεις” (γράμμα στο Χάρκνες).
Ανάλογες σκέψεις έκανε και ο Λένιν όταν υπογράμμιζε το εξαιρετικό καλλιτεχνικό ταλέντο του Γκλιεμπ Ουσπένσκ, που μπαίνει βαθιά στην ουσία των φαινόμενων (Λένιν, Τι είναι οι φίλοι του λαου) ή
όταν σημείωνε πως
«η γρήγορη, βαρειά, βαθειά καταστροφή όλων των παλιών ”στηριγμάτων” της παλιάς Ρωσίας απεικονίζεται στα έργα του Τολστόϊ» (Λένιν, Ο Τολστόϊ και το σύγχρονο εργατικό κίνημα).
“Αναπτύσσοντας τις σκέψεις του Μαρξ, του Ένγκελς και του Λένιν, ο Στάλιν ξεκινά από το ότι
”η πνευματική ζωή της κοινωνίας είναι η αντανάκλαση της αντικειμενικής πραγματικότητας. του ίδιου δηλ. του είναι” (Ζητήματα λενινισμού).
Με τα λόγια του αυτά τονίζει ότι η τέχνη είναι ακριβώς η καλλιτεχνική μορφή αντανάκλασης της πραγματικότητας.
Βλέποντας την τέχνη σαν αντανάκλαση της πραγματικότητας σε όλη την πληρότητα της, ο σ. Στάλιν τονίζει επανειλημμένα την ανάγκη να γίνουν πιο πλατιά τα θέματα του κινηματογράφου, της λογοτεχνίας, του θεάτρου, τονίζει ότι είναι εξαιρετικά σπουδαίο να αγκαλιάσουν τα εθνικά προβλήματα, τους ηρωισμούς του Εμφυλίου πολέμου, τη σοσιαλιστική ανοικοδόμηση κλπ.
Ο σ. Στάλιν πάντα σχεδόν αναφέρει περικοπές από λογοτεχνικά έργα με κάποιο πολιτικό σκοπό, συνήθως για να καταπολεμήσει τους εχθρούς του λαού, να τους κοροϊδέψει, να τους ξεσκεπάσει και να τους εκμηδενίσει. Αυτή η προσφυγή στις καλλιτεχνικές μορφές της λογοτεχνίας για το ζωντανό ξεσκέπασμα του ενός ή του άλλου κοινονικού φαινομένου, δείχνει ότι η τέχνη αντικειμενικά διαπαιδαγωγεί. Σχετικά μ’ αυτό μπορεί να θυμηθεί κανείς τα λόγια του Στάλιν για το Μπέλικωφ (Στάλιν, Έκθεση δράσης της Κεντρικής επιτροπής στο 16ο συνέδριο του ΚΚΣΕ (μπ.). Τελικός λόγος, Ζητήματα λενινισμού) ή τον υπαξιωματικό Πρισιμπέεφ (Στάλιν, Γράμμα του σ. Ιβάνωφ και απάντηση του σ. Στάλιν) του Τσέχωφ, για το Μανίλωφ του Γκόγκολ (Στάλιν, Γράμμα στο Λένιν για το «σχέδιο ηλεκτροκίνησης της Ρωσίας», Μάρτης 1921), για τον τυραννικό και στενοκέφαλο γραφειοκράτη του Σαλτίκωφ – Στσεντρίν (Σ τ ά λ ι ν, Για το σχέδιο συντάγματος της ΕΣΣΔ, Ζητήματα λενινισμόυ) για το Δον Κιχώτη του Θερβάντες (Στάλιν, Απάντηση στους συντρόφους κολχόζνικους, στο ίδιο έργο), για τον Ταρταρίνο του Α. Ντωντέ (Στάλιν, Συνομιλία με τις ξένες εργατικές αντιπροσωπείες. Ζητήματα λενινισμού).
Στη συνδιάσκεψη των εργατών της σοσιαλιστικής βιομηχανίας, ο Στάλιν έλεγε:
”Συχνά νομίζουν πως καθοδηγώ θα πει υπογράφω χαρτιά. Αυτό είναι λυπηρό, είναι όμως γεγονός. Κάποτε άθελα θυμάται κανείς τους ”Πομπαντούρους” του Στσεντρίν. Θυμάστε πως η κυρία ”Πομπαντούρ” δασκάλευε το νεαρό «Πομπαντούρ»: «Μη σπας το κεφάλι σου για την επιστήμη, μη σκοτίζεσαι για τη δουλειά, μην εμβαθύνεις* ας ασχολούνται οι άλλοι μ’ αυτά, δεν είναι δική σου δουλειά* δική σου δουλειά είναι να καθοδηγείς, να υπογράφεις χαρτιά”. Ντροπή μας, αλλά πρέπει να το παραδεχτούμε πως κι ανάμεσα σε μας τους μπολσεβίκους υπάρχουν αρκετοί που καθοδηγούν υπογράφοντας χαρτιά. Όσο για να εμβαθύνουν στη δουλειά, να κατακτήσουν την τεχνική και να γίνουν κύριοι της δουλειάς, γι’ αυτά «μη, μη μιλάς»
(Στάλιν, Λόγος στην πρώτη πανενωσιακή συνδιάσκεψη των εργαζομένων στη σοσιαλιστική βιομηχανία, 4 Φλεβάρη 1931).
Στη σύσκεψη των αντιπροσώπων της σοβιετικής οικονομίας έλεγε:
”Υπάρχουν μερικοί μικροαστοί γύρω στο κόμμα που βεβαιώνουν πως το παραγωγικό μας πρόγραμμα είναι έξω από την πραγματικότητα, ανεφάρμοστο. Αυτό μοιάζει, με τα ”σοφά ψάρια” του Σαλτίκωφ – Στσεντρίν, που είναι πάντα έτοιμα ν απλώσουν γύρω τους την ”κενότητα της ανοησίας” (Στάλιν, ” Η νεα κατάσταση και τα νέα καθήκοντα της οικονομικής ανοικοδόμησης).
“Όπως φαίνεται καθαρά από τα παραδείγματα που αναφέραμε, ο Στάλιν βλέπει στις καλλιτεχνικές μορφές την τυποποίηση των φαινομένων της πραγματικότητας. Η αληθινή τέχνη, έχοντας για αντικείμενο της την πραγματικότητα που απεικονίζει στον ένα ή τον άλλο βαθμό αλήθειας, αποκτά τεράστια μορφωτική δύναμη. Η τέτοια αντίληψη για την τέχνη είναι διαμετρικά αντίθετη από τις βεβαιώσεις των αγοραίων κοινωνιολόγων, που είναι ριζικά εχθρικοί προς τη μαρξιστική – λενιστική θεωρία της «αντανάκλασης», που αρνιούνται ή περιορίζουν εξαιρετικά την αντικειμενικά μορφωτική ουσία της τέχνης και βλέπουν στην τέχνη μόνο τη μηχανική «έκφραση της ιδεολογίας» της μιας ή της άλλης τάξης.
2
Η ΤΕΧΝΗ ΕΙΝAI Η ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ ΑΝΤΑΝΑΚΛΑΣΗΣ της πραγματικότητας, αλλά εννοείται ότι η αντανάκλαση αυτή είναι συγκεκριμένη, ιστορική και μέσα στην ταξική κοινωνία, ταξική.
Αυτό είναι κατανοητό, γιατί η εσωτερική φύση του ανθρώπου, συνεπώς και του καλλιτέχνη, όπως εξήγησε ο Μάρξ,
”δεν είναι κάτι αφηρημένο, που ανήκει σ’ ένα ξεχωριστό άτομο’ στην πραγματικότητά της είναι τo σύνολο των κοινωνικών σχέσεων” (Μαρξ, Θέσεις για το Φόυερμπαχ).
Ο κόσμος, που βλέπουμε γύρω μας, υπάρχει ανεξάρτητα από τη συνείδηση, τις αισθήσεις και την πείρα του ανθρώπου. Η ανθρώπινη όμως συνείδηση αντανακλά αυτό τον κόσμο, που υπάρχει αντικειμενικά. Δεν τον αντανακλά πέρα για πέρα πανομοιότυπα, ακριβώς, μηχανικά, όπως το φαντάζονταν οι αφελείς ρεαλιστές, απλοποιώντας το πρόβλημα της αντανάκλασης.
Ο Λένιν έγραψε:
”Η κοινωνική συνείδηση αντανακλά το κοινωνικό είναι και σ’ αυτό συνίσταται η διδασκαλία του Μαρξ. Η αντανάκλαση μπορεί να είναι σχεδόν πιστή αντιγραφή εκείνου που αντανακλάται. Θα ήταν όμως ανόητο να μιλεί κανείς εδώ για συνταύτιση. Η συνείδηση γενικά αντανακλά το είναι —αυτή είναι η γενική θέση του υλισμού. Δεν είναι δυνατό να μη βλέπει κανείς την άμεση και αδιάρηκτη σχέση αυτής της θέσης με τη θέση του ιστορικού υλισμού, που αναφέραμε: η κοινωνική συνείδηση αντανακλά το κοινωνικό είναι” (Λένιν, Υλισμός και εμπειριοκριτικισμός).
Ο άνθρωπος αντανακλά, αναπαράγει δημιουργικά μέσα στη συνείδησή του τον κόσμο που υπάρχει αντικειμενικά* τη συνείδηση την καθορίζουν οι κοινωνικές σχέσεις. Και γι’ αυτό ο Λένιν, κάνοντας επίθεση ενάντια στην υποκρισία των θεωρητικών της αστικής τάξης, έλεγε:
”Κ’ εμείς, οι σοσιαλιστές, ξεσκεπάζουμε αυτή την υποκρισία και κατεβάζουμε τις πλαστές επιγραφές, όχι για να δημιουργήσουμε την αταξική λογοτεχνία (αυτό θα γίνει δυνατό μόνο στη σοσιαλιστική αταξική κοινωνία), μα για να αντιπαραθέσουμε στην υποκριτικά ελεύθερη λογοτεχνία, που στην πραγματικότητα είναι συνδεμένη με την αστική τάξη, τη λογοτεχνία την πραγματικά ελεύθερη, που συνδέεται ανοικτά με το προλεταριάτο.” (Λένιν, Κομματική οργάνωση και κομματική λογοτεχνία, Απαντα, III).
Ο Στάλιν αναπτύσσει τις ιδέες των Μαρξ-Ένγκελς-Λένιν και εξετάζει την τέχνη σαν αντανάκλαση των χαρακτήρων και των φαινομένων της γνήσιας ιστορικής πραγματικότητας, ανάλογα με τη συγκεκριμένη ιστορική κατανόησή τους, ανάλογα με τη συγκεκριμένη ιστορική τοποθέτηση απέναντι τους, που θα πει ανάλογα με τον ένα ή τον άλλο βαθμό αλήθειας ή παραποίησης.
Η γενική κατάσταση της κοινωνίας και τα ζωτικά συμφέροντα των κοινωνικών ομάδων, που δημιουργούν την τέχνη, καθορίζουν σε ποιο βαθμό η τέχνη φανερώνει αληθινά ή διαστρεβλώνει την πραγματικότητα.
”. . .Την πηγή των διαφόρων μορφών τως πνευματικής ζωής της κοινωνίας, γράφει ο Στάλιν,την καταγωγή των κοινωνικών ιδεών, των κοινωνικών θεωριών, των πολιτικών απόψεων, των πολιτικών θεσμών, δεν πρέπει να τη ζητάμε σ’ αυτές τις ίδιες τις ιδέες, τις θεωρίες, τις απόψεις, τους πολιτικούς θεσμούς, μα στις συνθήκες της υλικής ζωής της κοινωνίας, στο κοινωνικό είναι, που αντανακλασή του, αποτελούν αυτές οι ιδέες, οι θεωρίες, οι αντιλήψεις κλπ” (Σ τ ά λ ι ν, Διαλεχτικός και ιστορικός υλισμός, ελλ. εκδ., σελ. 21).
Αν ο χαρακτήρας της θεωρίας για την πραγματικότητα καθορίζεται από το κοινωνικό είναι, βγαίνει το συμπέρασμα πως οι σχέσεις των ανθρώπων απέναντι σ’ αυτή την πραγματικότητα είναι συγκεκριμένα ιστορικές και στην ταξική κοινωνία, ταξικές.
“Αν στις διάφορες περιόδους της ιστορίας της κοινωνίας, γράφει ο Στάλιν, παρατηρούμε διάφορες κοινωνικές ιδέες, θεωρίες, απόψεις, πολιτικούς θεσμούς, αν στο φεουδαρχικό άλλες, στο κεφαλαιοκρατικό άλλες, αυτό δεν εξηγείται απο τη ”φύση”, τις ”1διότητες” που έχουν οι ίδιες οι ιδέες, θεωρίες, αντιλήψεις, πολιτικοί θεσμοί, αλλά από τις διαφορετικές συνθήκες της υλικής ζωής της κοινωνίας στις διάφορες περιόδους της κοινωνικής εξέλιξης. “Ό,τι λογής είναι η ύπαρξη της κοινωνίας, ό,τι λογής είναι οι συνθήκες της υλικής ζωής της κοινωνίας, τέτοιες θα είναι και οι ιδέες της, οι θεωρίες της, οι πολιτικές της αντιλήψεις, οι πολιτικοί της θεσμοί” (στο ίδιο έργο, σελ.. 21),
Κάθε κοινωνική τάξη, στη μια ή την άλλη ιστορική εποχή, αναπαράγει καλλιτεχνικά και ιδιόμορφα την πραγματικότητα ανάλογα με τα ιδεολογικά και τα πολιτικά συμφέροντα και καθήκοντα της.
Η συγκεκριμένη ιστορική, ταξική απεικόνιση της πραγματικότητας δεν αποκλείει όπως το φαντάζονται οι αγοραίοι κοινωνιολόγοι, αλλά και σε μια σειρά περιπτώσεις προϋποθέτει μια λίγο πολύ χτυπητή αντίθεση ανάμεσα στην κοσμοθεωρία των καλλιτεχνών και στη ρεαλιστική στην ουσία δημιουργία τους* αιτία είναι οι αντιθέσεις ανάμεσα στις υποκειμενικές επιδιώξεις των τάξεων των εκμεταλλευτών και στην αντικειμενική πορεία των κοινωνικών σχέσεων. Στις περιπτώσεις αυτές τα γεγονότα της πραγματικότητας αποδείχτηκαν πιο δυνατά από τις προσωπικές συμπάθειες και τις πολιτικές προκαταλήψεις των καλλιτεχνών. Η χτυπητή αυτή αντίθεση ανάμεσα στην κοσμοθεωρία και τη δημιουργία του καλλιτέχνη, εκδηλώνεται πολύ ξεκάθαρα, όπως φαίνεται και από τα λόγια των θεμελιωτών του μαρξισμού, όταν πρόκειται για ενα μεγαλοφυή καλλιτέχνη, που προσπαθεί να δώσει μια αληθινή εικόνα της πραγματικότητας.
Η κοινωνική όμως θέση των εκμεταλλευτικών τάξεων, που τα υποκειμενικά τους συμφέροντα βρίσκονται σε αντίθεση με την αντικειμενική λογική της κοινωνικής κίνησης, περιορίζει τη γνώση της πραγματικότητας και τη δυνατότητα της σωστής απεικόνισής της από αυτές τις τάξεις. Οι τάξεις αυτές, με το σκοπό να στερεώσουν την υλική και πνευματική τους κυριαρχία, προσπαθούν να δικαιολογήσουν τη θέση τους, αποδείχνοντας πως είναι η μόνη δυνατή και νόμιμη και έτσι διαστρεβλώνουν τις κοινωνικές σχέσεις με μια ψεύτικη απεικόνιση της πραγματικότητας.
Ο βαθμός της παραποίησης της πραγματικότητας διαφέρει στους διάφορους σταθμούς της κοινωνικής εξέλιξης των κυρίαρχων τάξεων. Έτσι λόγου χάρη την εποχή της επαναστατικής της επίθεσης ενάντια στη φεουδαρχία, η αστική τάξη δημιούργησε τέχνη που έχει τεράστια μορφωτική αξία. Και κατοπινά, υπερασπίζοντας τις ξεπερασμένες κοινωνικές σχέσεις όταν έγινε τάξη αντιδραστική, έδωσε και εξακολουθεί να δίνει και σήμερα δείγματα της πιο χοντροκομέγης παραποίησης της πραγματικότητας.
”Oι αστοί συγγραφείς, έλεγε ο σ. Στάλιν στην έκθεσή του, στο 17ο συνέδριο του ΚΚΣΕ (μπ,), παρουσιάζουν πρόθυμα το μαρξιστικό σοσιαλισμό σαν έναν παλιό τσαρικό στρατώνα, όπου όλα υποτάσσονται στην ”αρχή” της ισοπέδωσης. Οι μαρξιστές όμως δε μπορεί να είναι υπεύθυνοι για την αμάθεια και τη στενοκεφαλιά των αστών συγγραφέων” (Στάλιν, Έκθεση στο 17ο συνέδριο του ΚΚΣΕ (μπ.)).
Η εργατική τάξη, που είναι μια συνεπής επαναστατική τάξη και αγωνίζεται για την αταξική κομμουνιστική κοινωνία, απελευθερώνοντας τον εαυτό της από το ζυγό του κεφαλαίου, απελευθερώνει και όλους τους εργαζόμενους. Τα υποκειμενικά, ταξικά κομματικά, συμφέροντα της εργατικής τάξης δεν είναι αντίθετα με την αντικειμενική πορεία της κοινωνικής προόδου, αλλά συμπίπτουν μ’αυτή. Γι αυτό η ταξική υποκειμενικότητα της εργατικής τάξης είναι η ανώτερη έκφραση της αντικειμενικότητας. Γι αυτό η κοσμοθεωρία της, ο μαρξισμός-λενινισμός, είναι η κοσμοθεωρία που αποκαλύπτει την πραγματικότητα σε όλη τη συνθετότητα και την αντιφατικότητα των αντικειμενικών της εκδηλώσεων.
”Η δύναμη και η ζωτικότητα του μαρξισμού – λενινισμού βρίσκεται, γράφει ο Στάλιν, στο ότι στηρίζεται σε πρωτοπόρα θεωρία, που αντανακλά σωστά τις ανάγκες της εξέλιξης της υλικής ζωής της κοινωνίας, ανεβάζει τη θεωρία στο ύψος που της ταιριάζει και θεωρεί υποχρέωσή του να χρησιμοποιεί στο ακέραιο τη δύναμη κινητοποίησης, οργάνωσης και μεταμόρφωσης, που αυτή έχει” (Στάλιν, Διαλεχτικός και ιστορικός υλισμός, ελλ. εκδ. σελ. 24).
Αυτή ίσα ίσα η θεωρία, που διαμορφώνεται σε αδιάλυτη σχέση με την επαναστατική πρακτική, είναι σε θέση να δώσει στο κοινωνικό κίνημα την
«πεποίθηση, τη δύναμη του προσανατολισμού και την κατανόηση της εσωτερικής σύνδεσης των γύρω γεγονότων… μπορεί να βοηθήσει την πρακτική να καταλάβει όχι μόνο προς πια κατεύθυνση και πως κινιούνται οι κοινωνικές τάξεις σήμερα, μα και πώς και προς που πρέπει να κινηθούν στο πολύ κοντινό μέλλον» (Στάλιν, Έκθεση στο 17ο συνέδριο του ΚΚΣΕ (μπ.)).
Αν η αστική τέχνη στις συνθήκες του ιμπεριαλισμού είναι αντιδραστική στη βασική της πορεία, η σοβιετική τέχνη, που στηρίζεται στην ενεργητική εργασία των ελεύθερων από εκμετάλλευση εργατών και αγροτών και στις μεγάλες αρχές του μαρξισμού – λενινισμού, είναι υπόδειγμα για την προοδευτική της ιδεολογία και τη συνεπή επαναστατικότητά της. Γι’ αυτό ακριβώς μίλησε και ο πιο κοντινός μαθητής και συναγωνιστής του Σταλιν, ο σ. Ζντάνωφ, στο πρώτο πανενωσιακό συνέδριο των σοβιετικών συγγραφέων, όπου αντιπροσώπευσε την Κεντρική επιτροπή τού ΚΚΣΕ (μπ.).
«Η λογοτεχνία μας, είπε ο σ. Ζντάνωφ, είναι η πιο νεαρή απ’ όλες τις λογοτεχνίες όλων των λαών και χωρών. Ωστόσο, είναι η πιο πλούσια σε ιδέες, η πιο πρωτοπόρα και η πιο επαναστατική λογοτεχνία. Δεν υπάρχει και δεν υπήρξε ποτέ άλλη λογοτεχνία, εκτός από τη σοβιετική, που να οργάνωσε τους εργαζόμενους και καταπιεζομένους στον αγώνα για την τελική κατάργηση κάθε είδους εκμετάλλευσης και του ζυγού της μισθωτής δουλείας. Δεν υπάρχει ούτε υπήρξε ποτέ λογοτεχνία, που να διαλέγει για βασικό της θέμα τη ζωή της εργατικής τάξης και της αγροτιάς και τον αγώνα τους για το σοσιαλισμό. Δεν υπάρχει πουθενά, σε καμμιά χώρα του κόσμου, λογοτεχνία που να υπερασπίζει και να προστατεύει τα δικαιώματα των εργαζομένων όλων των εθνών, να υπερασπίζει την ισοτιμία δικαιωμάτων για τη γυναίκα. Δεν υπάρχει και δε μπορεί να υπάρξει σε αστική χώρα λογοτεχνία, που να σπάει με συνέπεια κάθε σκοτάδι, κάθε μυστικισμό, κάθε παπαδοσύνη και διαβολικότητα, όπως το κάνει η δική μας λογοτεχνία. Τόσο προοδευτική, τόσο πλούσια σε ιδέες, τόσο επαναστατική μπορούσε να γίνει και έγινε μόνο η σοβιετική λογοτεχνία, που είναι ”σάρξ εκ της σαρκός και οστούν εκ των οστέων” της σοσιαλιστικής μας ανοικοδόμησης (A. Α. Ζντάνωφ, Η σοβιετική λογοτεχνία, η πιο πρωτοπόρα λογοτεχνία στον κόσμο, 1934).
Ο σ. Στάλιν πάντα τονίζει ότι η λογοτεχνία στην ανταγωνιστική κοινωνία έχει ταξικό χαρακτήρα, βεβαιώνει ότι είναι ανάγκη να καταπολεμιέται αδιάλλακτα η λογοτεχνία, που είναι εχθρική στο λαό, οι θεωρίες και τα συστήματα της
”Σε τι μπορεί να χρησιμεύσει ένας άνθρωπος που έχει διαπαιδαγωγηθεί από μιά τέτοια λογοτεχνία?”, είπε κάποτε ο σ. Στάλιν, φυλλομετρώντας το λογοτεχνικό καλλιτεχνικό περιοδικό των μενσεβίκων «Κβαλί» (Πορφ. Κουρίτζε, Ο σ. Στάλιν, οργανωτής της πάλης των εργατών του Βατούμ, 1937).
Είναι απαραίτητος ο αδιάλλακτος αγώνας του κόμματος ενάντια, σε κάθε είδους παραποίηση της πραγματικότητας από λακέδες της αστικής τάξης. Μέσα στις συνθήκες της δικτατορίας του προλεταριάτου, πρέπει να υπάρχει μια σταθερή ταξική πολιτική απέναντι στην αστική ιδεολογία, σε όλα τα είδη και σε όλες τις μορφές των εκδηλώσεων της.
”Εμείς, απάντησε ο σ. Στάλιν στην ερώτηση των ξένων εργατικών αντιπροσωπειών για την ελευθερία του τύπου στην ΕΣΣΔ, ποτέ δεν αναλάβαμε την υποχρέωση να δώσουμε ελευθερία τύπου σε όλες τις τάξεις και να κάνουμε όλες τις τάξεις ευτυχισμένες. Παίρνοντας την εξουσία τον Οχτώβρη του 1917, οι μπολσεβίκοι είπαν ανοιχτά πως η εξουσία αυτή είναι εξουσία μιας τάξης, εξουσία του προλεταριάτου, που θα περιορίζει αδιάκοπα την αστική τάξη για το συμφέρον των εργαζομένων μαζών της πόλης και του χωριού, που αποτελούν την πλειοψηφία του πληθυσμού της ΕΣΣΔ. Πώς μπορεί κανείς, ύστερα απ’ αυτά, να ζητάει από τη δικτατορία του προλεταριάτου ελευθερία τύπου για την αστική τάξη?” (Στάλιν, Συνομιλία με τις ξένες αντιπροσωπείες).
Μιλώντας για την ανάγκη της άγρυπνης πάλης με τις εχθρικές προς το λαό ιδέες, θεωρίες και συστήματα, ο Στάλιν υπενθύμιζε επανειλημένα ότι:
”Τα κεφαλαιοκρατικά στοιχεία, δεν περιορίζονται στη διεξαγωγή πάλης μόνο στον οικονομικό τομέα. Προσπαθούν να τη μεταφέρουν και στον τομέα της ιδεολογίας του προλεταριάτου” (Στάλιν. Ερωτήσεις και απαντήσεις).
Έτσι η διαπίστωση ότι η καλλιτεχνική δημιουργία έχει αντικειμενική σημασία δεν αποκλείει καθόλου την ανάγκη ν’ αναλύεται ταξικά η τέχνη.
Τα λόγια του σ. Στάλιν μας δίνουν ένα κοφτερό οπλο ενάντια στους εκχυδαϊστές του μαρξισμού και από τα δεξιά και από τ’ αριστερά: κ’ ενάντια σ’ εκείνους που, απλουστεύοντασ την έννοια της ταξικότητας, περιορίζουν μηχανικά τον καλλιτέχνη στο να εκφράζει μοιραία την ιδεολογία κάποιας κοινωνικής ομάδας κ’ ενάντια σ’ εκείνους που, κάτω από τη σημαία της πάλης κατά του εκχυδαϊσμού, προσπαθούν στην ουσία να βγάλουν από τη μέση το πρόβλημα της ταξικής τέχνης.
Διαβαστε τις συνεχειες :
Ο Στάλιν για την τέχνη και τον πολιτισμό (Μέρος 4)
Ο Στάλιν για την τέχνη και τον πολιτισμό (Μέρος 5 και τελευταίο)ΣΤΙΣ ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΤΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ, ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΣΕ ΟΛΟΥΣ τους άλλους τομείς ο Στάλιν είναι ο άμεσος και μεγαλοφυής συνεχιστής της διδασκαλίας του Μαρξ, του Ένγκελς και του Λένιν.
Οι θεμελιωτές του διαλεχτικού υλισμού θεωρώντας ότι το περιεχόμενο της τέχνης είναι η πραγματικότητα σε όλη την πληρότητα και συνθετότητα των εκδηλώσεων της, πίστευαν πως η τέχνη έχει τεράστια μορφωτική δύναμη.
O Μαρξ εξετάζοντας την τέχνη σαν ιδιόμορφο «τρόπο αφομοίωσης του κόσμου» (Κριτική της πολιτικής οικονομίας) έλεγε πως ”η λαμπρή σχολή των άγγλων μυθιστοριογράφων φανέρωσε στον κόσμο περισσότερες πολιτικές και κοινωνικές αλήθειες άπ’ όσες όλοι μαζί οι πολιτικοί, οι δημοσιογράφοι, και οι ηθικολόγοι και απεικόνισε όλα τα στρώματα της αστικής τάξης” (άρθρο στο «Βήμα της Νέας Υόρκης» της 1ης του Αυγούστου του 1854 ή 1851).
Το ίδιο κι ο Ένγκελς έλεγε, πως το σοσιαλιστικό μυθιστόρημα «ανταποκρίνεται πέρα για πέρα στον προορισμό του, όταν απεικονίζει σωστά τις πραγματικές σχέσεις και διαλύει τις συμβατικές αυταπάτες για τη φύση αυτών των σχέσεων, κλονίζοντας έτσι την αισιοδοξία του αστικού κόσμου (γράμμα στον Κάουτσκι στις 29 του Νοέμβρη 1885).
Και πως
”o ρεαλισμός προυποθέτει, εκτός από την ακρίβεια στις λεπτομέρειες, την πιστή απόδοση των τυπικών χαρακτήρων στις τυπικές καταστάσεις” (γράμμα στο Χάρκνες).
Ανάλογες σκέψεις έκανε και ο Λένιν όταν υπογράμμιζε το εξαιρετικό καλλιτεχνικό ταλέντο του Γκλιεμπ Ουσπένσκ, που μπαίνει βαθιά στην ουσία των φαινόμενων (Λένιν, Τι είναι οι φίλοι του λαου) ή
όταν σημείωνε πως
«η γρήγορη, βαρειά, βαθειά καταστροφή όλων των παλιών ”στηριγμάτων” της παλιάς Ρωσίας απεικονίζεται στα έργα του Τολστόϊ» (Λένιν, Ο Τολστόϊ και το σύγχρονο εργατικό κίνημα).
“Αναπτύσσοντας τις σκέψεις του Μαρξ, του Ένγκελς και του Λένιν, ο Στάλιν ξεκινά από το ότι
”η πνευματική ζωή της κοινωνίας είναι η αντανάκλαση της αντικειμενικής πραγματικότητας. του ίδιου δηλ. του είναι” (Ζητήματα λενινισμού).
Με τα λόγια του αυτά τονίζει ότι η τέχνη είναι ακριβώς η καλλιτεχνική μορφή αντανάκλασης της πραγματικότητας.
Βλέποντας την τέχνη σαν αντανάκλαση της πραγματικότητας σε όλη την πληρότητα της, ο σ. Στάλιν τονίζει επανειλημμένα την ανάγκη να γίνουν πιο πλατιά τα θέματα του κινηματογράφου, της λογοτεχνίας, του θεάτρου, τονίζει ότι είναι εξαιρετικά σπουδαίο να αγκαλιάσουν τα εθνικά προβλήματα, τους ηρωισμούς του Εμφυλίου πολέμου, τη σοσιαλιστική ανοικοδόμηση κλπ.
Ο σ. Στάλιν πάντα σχεδόν αναφέρει περικοπές από λογοτεχνικά έργα με κάποιο πολιτικό σκοπό, συνήθως για να καταπολεμήσει τους εχθρούς του λαού, να τους κοροϊδέψει, να τους ξεσκεπάσει και να τους εκμηδενίσει. Αυτή η προσφυγή στις καλλιτεχνικές μορφές της λογοτεχνίας για το ζωντανό ξεσκέπασμα του ενός ή του άλλου κοινονικού φαινομένου, δείχνει ότι η τέχνη αντικειμενικά διαπαιδαγωγεί. Σχετικά μ’ αυτό μπορεί να θυμηθεί κανείς τα λόγια του Στάλιν για το Μπέλικωφ (Στάλιν, Έκθεση δράσης της Κεντρικής επιτροπής στο 16ο συνέδριο του ΚΚΣΕ (μπ.). Τελικός λόγος, Ζητήματα λενινισμού) ή τον υπαξιωματικό Πρισιμπέεφ (Στάλιν, Γράμμα του σ. Ιβάνωφ και απάντηση του σ. Στάλιν) του Τσέχωφ, για το Μανίλωφ του Γκόγκολ (Στάλιν, Γράμμα στο Λένιν για το «σχέδιο ηλεκτροκίνησης της Ρωσίας», Μάρτης 1921), για τον τυραννικό και στενοκέφαλο γραφειοκράτη του Σαλτίκωφ – Στσεντρίν (Σ τ ά λ ι ν, Για το σχέδιο συντάγματος της ΕΣΣΔ, Ζητήματα λενινισμόυ) για το Δον Κιχώτη του Θερβάντες (Στάλιν, Απάντηση στους συντρόφους κολχόζνικους, στο ίδιο έργο), για τον Ταρταρίνο του Α. Ντωντέ (Στάλιν, Συνομιλία με τις ξένες εργατικές αντιπροσωπείες. Ζητήματα λενινισμού).
Στη συνδιάσκεψη των εργατών της σοσιαλιστικής βιομηχανίας, ο Στάλιν έλεγε:
”Συχνά νομίζουν πως καθοδηγώ θα πει υπογράφω χαρτιά. Αυτό είναι λυπηρό, είναι όμως γεγονός. Κάποτε άθελα θυμάται κανείς τους ”Πομπαντούρους” του Στσεντρίν. Θυμάστε πως η κυρία ”Πομπαντούρ” δασκάλευε το νεαρό «Πομπαντούρ»: «Μη σπας το κεφάλι σου για την επιστήμη, μη σκοτίζεσαι για τη δουλειά, μην εμβαθύνεις* ας ασχολούνται οι άλλοι μ’ αυτά, δεν είναι δική σου δουλειά* δική σου δουλειά είναι να καθοδηγείς, να υπογράφεις χαρτιά”. Ντροπή μας, αλλά πρέπει να το παραδεχτούμε πως κι ανάμεσα σε μας τους μπολσεβίκους υπάρχουν αρκετοί που καθοδηγούν υπογράφοντας χαρτιά. Όσο για να εμβαθύνουν στη δουλειά, να κατακτήσουν την τεχνική και να γίνουν κύριοι της δουλειάς, γι’ αυτά «μη, μη μιλάς»
(Στάλιν, Λόγος στην πρώτη πανενωσιακή συνδιάσκεψη των εργαζομένων στη σοσιαλιστική βιομηχανία, 4 Φλεβάρη 1931).
Στη σύσκεψη των αντιπροσώπων της σοβιετικής οικονομίας έλεγε:
”Υπάρχουν μερικοί μικροαστοί γύρω στο κόμμα που βεβαιώνουν πως το παραγωγικό μας πρόγραμμα είναι έξω από την πραγματικότητα, ανεφάρμοστο. Αυτό μοιάζει, με τα ”σοφά ψάρια” του Σαλτίκωφ – Στσεντρίν, που είναι πάντα έτοιμα ν απλώσουν γύρω τους την ”κενότητα της ανοησίας” (Στάλιν, ” Η νεα κατάσταση και τα νέα καθήκοντα της οικονομικής ανοικοδόμησης).
“Όπως φαίνεται καθαρά από τα παραδείγματα που αναφέραμε, ο Στάλιν βλέπει στις καλλιτεχνικές μορφές την τυποποίηση των φαινομένων της πραγματικότητας. Η αληθινή τέχνη, έχοντας για αντικείμενο της την πραγματικότητα που απεικονίζει στον ένα ή τον άλλο βαθμό αλήθειας, αποκτά τεράστια μορφωτική δύναμη. Η τέτοια αντίληψη για την τέχνη είναι διαμετρικά αντίθετη από τις βεβαιώσεις των αγοραίων κοινωνιολόγων, που είναι ριζικά εχθρικοί προς τη μαρξιστική – λενιστική θεωρία της «αντανάκλασης», που αρνιούνται ή περιορίζουν εξαιρετικά την αντικειμενικά μορφωτική ουσία της τέχνης και βλέπουν στην τέχνη μόνο τη μηχανική «έκφραση της ιδεολογίας» της μιας ή της άλλης τάξης.
2
Η ΤΕΧΝΗ ΕΙΝAI Η ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ ΑΝΤΑΝΑΚΛΑΣΗΣ της πραγματικότητας, αλλά εννοείται ότι η αντανάκλαση αυτή είναι συγκεκριμένη, ιστορική και μέσα στην ταξική κοινωνία, ταξική.
Αυτό είναι κατανοητό, γιατί η εσωτερική φύση του ανθρώπου, συνεπώς και του καλλιτέχνη, όπως εξήγησε ο Μάρξ,
”δεν είναι κάτι αφηρημένο, που ανήκει σ’ ένα ξεχωριστό άτομο’ στην πραγματικότητά της είναι τo σύνολο των κοινωνικών σχέσεων” (Μαρξ, Θέσεις για το Φόυερμπαχ).
Ο κόσμος, που βλέπουμε γύρω μας, υπάρχει ανεξάρτητα από τη συνείδηση, τις αισθήσεις και την πείρα του ανθρώπου. Η ανθρώπινη όμως συνείδηση αντανακλά αυτό τον κόσμο, που υπάρχει αντικειμενικά. Δεν τον αντανακλά πέρα για πέρα πανομοιότυπα, ακριβώς, μηχανικά, όπως το φαντάζονταν οι αφελείς ρεαλιστές, απλοποιώντας το πρόβλημα της αντανάκλασης.
Ο Λένιν έγραψε:
”Η κοινωνική συνείδηση αντανακλά το κοινωνικό είναι και σ’ αυτό συνίσταται η διδασκαλία του Μαρξ. Η αντανάκλαση μπορεί να είναι σχεδόν πιστή αντιγραφή εκείνου που αντανακλάται. Θα ήταν όμως ανόητο να μιλεί κανείς εδώ για συνταύτιση. Η συνείδηση γενικά αντανακλά το είναι —αυτή είναι η γενική θέση του υλισμού. Δεν είναι δυνατό να μη βλέπει κανείς την άμεση και αδιάρηκτη σχέση αυτής της θέσης με τη θέση του ιστορικού υλισμού, που αναφέραμε: η κοινωνική συνείδηση αντανακλά το κοινωνικό είναι” (Λένιν, Υλισμός και εμπειριοκριτικισμός).
Ο άνθρωπος αντανακλά, αναπαράγει δημιουργικά μέσα στη συνείδησή του τον κόσμο που υπάρχει αντικειμενικά* τη συνείδηση την καθορίζουν οι κοινωνικές σχέσεις. Και γι’ αυτό ο Λένιν, κάνοντας επίθεση ενάντια στην υποκρισία των θεωρητικών της αστικής τάξης, έλεγε:
”Κ’ εμείς, οι σοσιαλιστές, ξεσκεπάζουμε αυτή την υποκρισία και κατεβάζουμε τις πλαστές επιγραφές, όχι για να δημιουργήσουμε την αταξική λογοτεχνία (αυτό θα γίνει δυνατό μόνο στη σοσιαλιστική αταξική κοινωνία), μα για να αντιπαραθέσουμε στην υποκριτικά ελεύθερη λογοτεχνία, που στην πραγματικότητα είναι συνδεμένη με την αστική τάξη, τη λογοτεχνία την πραγματικά ελεύθερη, που συνδέεται ανοικτά με το προλεταριάτο.” (Λένιν, Κομματική οργάνωση και κομματική λογοτεχνία, Απαντα, III).
Ο Στάλιν αναπτύσσει τις ιδέες των Μαρξ-Ένγκελς-Λένιν και εξετάζει την τέχνη σαν αντανάκλαση των χαρακτήρων και των φαινομένων της γνήσιας ιστορικής πραγματικότητας, ανάλογα με τη συγκεκριμένη ιστορική κατανόησή τους, ανάλογα με τη συγκεκριμένη ιστορική τοποθέτηση απέναντι τους, που θα πει ανάλογα με τον ένα ή τον άλλο βαθμό αλήθειας ή παραποίησης.
Η γενική κατάσταση της κοινωνίας και τα ζωτικά συμφέροντα των κοινωνικών ομάδων, που δημιουργούν την τέχνη, καθορίζουν σε ποιο βαθμό η τέχνη φανερώνει αληθινά ή διαστρεβλώνει την πραγματικότητα.
”. . .Την πηγή των διαφόρων μορφών τως πνευματικής ζωής της κοινωνίας, γράφει ο Στάλιν,την καταγωγή των κοινωνικών ιδεών, των κοινωνικών θεωριών, των πολιτικών απόψεων, των πολιτικών θεσμών, δεν πρέπει να τη ζητάμε σ’ αυτές τις ίδιες τις ιδέες, τις θεωρίες, τις απόψεις, τους πολιτικούς θεσμούς, μα στις συνθήκες της υλικής ζωής της κοινωνίας, στο κοινωνικό είναι, που αντανακλασή του, αποτελούν αυτές οι ιδέες, οι θεωρίες, οι αντιλήψεις κλπ” (Σ τ ά λ ι ν, Διαλεχτικός και ιστορικός υλισμός, ελλ. εκδ., σελ. 21).
Αν ο χαρακτήρας της θεωρίας για την πραγματικότητα καθορίζεται από το κοινωνικό είναι, βγαίνει το συμπέρασμα πως οι σχέσεις των ανθρώπων απέναντι σ’ αυτή την πραγματικότητα είναι συγκεκριμένα ιστορικές και στην ταξική κοινωνία, ταξικές.
“Αν στις διάφορες περιόδους της ιστορίας της κοινωνίας, γράφει ο Στάλιν, παρατηρούμε διάφορες κοινωνικές ιδέες, θεωρίες, απόψεις, πολιτικούς θεσμούς, αν στο φεουδαρχικό άλλες, στο κεφαλαιοκρατικό άλλες, αυτό δεν εξηγείται απο τη ”φύση”, τις ”1διότητες” που έχουν οι ίδιες οι ιδέες, θεωρίες, αντιλήψεις, πολιτικοί θεσμοί, αλλά από τις διαφορετικές συνθήκες της υλικής ζωής της κοινωνίας στις διάφορες περιόδους της κοινωνικής εξέλιξης. “Ό,τι λογής είναι η ύπαρξη της κοινωνίας, ό,τι λογής είναι οι συνθήκες της υλικής ζωής της κοινωνίας, τέτοιες θα είναι και οι ιδέες της, οι θεωρίες της, οι πολιτικές της αντιλήψεις, οι πολιτικοί της θεσμοί” (στο ίδιο έργο, σελ.. 21),
Κάθε κοινωνική τάξη, στη μια ή την άλλη ιστορική εποχή, αναπαράγει καλλιτεχνικά και ιδιόμορφα την πραγματικότητα ανάλογα με τα ιδεολογικά και τα πολιτικά συμφέροντα και καθήκοντα της.
Η συγκεκριμένη ιστορική, ταξική απεικόνιση της πραγματικότητας δεν αποκλείει όπως το φαντάζονται οι αγοραίοι κοινωνιολόγοι, αλλά και σε μια σειρά περιπτώσεις προϋποθέτει μια λίγο πολύ χτυπητή αντίθεση ανάμεσα στην κοσμοθεωρία των καλλιτεχνών και στη ρεαλιστική στην ουσία δημιουργία τους* αιτία είναι οι αντιθέσεις ανάμεσα στις υποκειμενικές επιδιώξεις των τάξεων των εκμεταλλευτών και στην αντικειμενική πορεία των κοινωνικών σχέσεων. Στις περιπτώσεις αυτές τα γεγονότα της πραγματικότητας αποδείχτηκαν πιο δυνατά από τις προσωπικές συμπάθειες και τις πολιτικές προκαταλήψεις των καλλιτεχνών. Η χτυπητή αυτή αντίθεση ανάμεσα στην κοσμοθεωρία και τη δημιουργία του καλλιτέχνη, εκδηλώνεται πολύ ξεκάθαρα, όπως φαίνεται και από τα λόγια των θεμελιωτών του μαρξισμού, όταν πρόκειται για ενα μεγαλοφυή καλλιτέχνη, που προσπαθεί να δώσει μια αληθινή εικόνα της πραγματικότητας.
Η κοινωνική όμως θέση των εκμεταλλευτικών τάξεων, που τα υποκειμενικά τους συμφέροντα βρίσκονται σε αντίθεση με την αντικειμενική λογική της κοινωνικής κίνησης, περιορίζει τη γνώση της πραγματικότητας και τη δυνατότητα της σωστής απεικόνισής της από αυτές τις τάξεις. Οι τάξεις αυτές, με το σκοπό να στερεώσουν την υλική και πνευματική τους κυριαρχία, προσπαθούν να δικαιολογήσουν τη θέση τους, αποδείχνοντας πως είναι η μόνη δυνατή και νόμιμη και έτσι διαστρεβλώνουν τις κοινωνικές σχέσεις με μια ψεύτικη απεικόνιση της πραγματικότητας.
Ο βαθμός της παραποίησης της πραγματικότητας διαφέρει στους διάφορους σταθμούς της κοινωνικής εξέλιξης των κυρίαρχων τάξεων. Έτσι λόγου χάρη την εποχή της επαναστατικής της επίθεσης ενάντια στη φεουδαρχία, η αστική τάξη δημιούργησε τέχνη που έχει τεράστια μορφωτική αξία. Και κατοπινά, υπερασπίζοντας τις ξεπερασμένες κοινωνικές σχέσεις όταν έγινε τάξη αντιδραστική, έδωσε και εξακολουθεί να δίνει και σήμερα δείγματα της πιο χοντροκομέγης παραποίησης της πραγματικότητας.
”Oι αστοί συγγραφείς, έλεγε ο σ. Στάλιν στην έκθεσή του, στο 17ο συνέδριο του ΚΚΣΕ (μπ,), παρουσιάζουν πρόθυμα το μαρξιστικό σοσιαλισμό σαν έναν παλιό τσαρικό στρατώνα, όπου όλα υποτάσσονται στην ”αρχή” της ισοπέδωσης. Οι μαρξιστές όμως δε μπορεί να είναι υπεύθυνοι για την αμάθεια και τη στενοκεφαλιά των αστών συγγραφέων” (Στάλιν, Έκθεση στο 17ο συνέδριο του ΚΚΣΕ (μπ.)).
Η εργατική τάξη, που είναι μια συνεπής επαναστατική τάξη και αγωνίζεται για την αταξική κομμουνιστική κοινωνία, απελευθερώνοντας τον εαυτό της από το ζυγό του κεφαλαίου, απελευθερώνει και όλους τους εργαζόμενους. Τα υποκειμενικά, ταξικά κομματικά, συμφέροντα της εργατικής τάξης δεν είναι αντίθετα με την αντικειμενική πορεία της κοινωνικής προόδου, αλλά συμπίπτουν μ’αυτή. Γι αυτό η ταξική υποκειμενικότητα της εργατικής τάξης είναι η ανώτερη έκφραση της αντικειμενικότητας. Γι αυτό η κοσμοθεωρία της, ο μαρξισμός-λενινισμός, είναι η κοσμοθεωρία που αποκαλύπτει την πραγματικότητα σε όλη τη συνθετότητα και την αντιφατικότητα των αντικειμενικών της εκδηλώσεων.
”Η δύναμη και η ζωτικότητα του μαρξισμού – λενινισμού βρίσκεται, γράφει ο Στάλιν, στο ότι στηρίζεται σε πρωτοπόρα θεωρία, που αντανακλά σωστά τις ανάγκες της εξέλιξης της υλικής ζωής της κοινωνίας, ανεβάζει τη θεωρία στο ύψος που της ταιριάζει και θεωρεί υποχρέωσή του να χρησιμοποιεί στο ακέραιο τη δύναμη κινητοποίησης, οργάνωσης και μεταμόρφωσης, που αυτή έχει” (Στάλιν, Διαλεχτικός και ιστορικός υλισμός, ελλ. εκδ. σελ. 24).
Αυτή ίσα ίσα η θεωρία, που διαμορφώνεται σε αδιάλυτη σχέση με την επαναστατική πρακτική, είναι σε θέση να δώσει στο κοινωνικό κίνημα την
«πεποίθηση, τη δύναμη του προσανατολισμού και την κατανόηση της εσωτερικής σύνδεσης των γύρω γεγονότων… μπορεί να βοηθήσει την πρακτική να καταλάβει όχι μόνο προς πια κατεύθυνση και πως κινιούνται οι κοινωνικές τάξεις σήμερα, μα και πώς και προς που πρέπει να κινηθούν στο πολύ κοντινό μέλλον» (Στάλιν, Έκθεση στο 17ο συνέδριο του ΚΚΣΕ (μπ.)).
Αν η αστική τέχνη στις συνθήκες του ιμπεριαλισμού είναι αντιδραστική στη βασική της πορεία, η σοβιετική τέχνη, που στηρίζεται στην ενεργητική εργασία των ελεύθερων από εκμετάλλευση εργατών και αγροτών και στις μεγάλες αρχές του μαρξισμού – λενινισμού, είναι υπόδειγμα για την προοδευτική της ιδεολογία και τη συνεπή επαναστατικότητά της. Γι’ αυτό ακριβώς μίλησε και ο πιο κοντινός μαθητής και συναγωνιστής του Σταλιν, ο σ. Ζντάνωφ, στο πρώτο πανενωσιακό συνέδριο των σοβιετικών συγγραφέων, όπου αντιπροσώπευσε την Κεντρική επιτροπή τού ΚΚΣΕ (μπ.).
«Η λογοτεχνία μας, είπε ο σ. Ζντάνωφ, είναι η πιο νεαρή απ’ όλες τις λογοτεχνίες όλων των λαών και χωρών. Ωστόσο, είναι η πιο πλούσια σε ιδέες, η πιο πρωτοπόρα και η πιο επαναστατική λογοτεχνία. Δεν υπάρχει και δεν υπήρξε ποτέ άλλη λογοτεχνία, εκτός από τη σοβιετική, που να οργάνωσε τους εργαζόμενους και καταπιεζομένους στον αγώνα για την τελική κατάργηση κάθε είδους εκμετάλλευσης και του ζυγού της μισθωτής δουλείας. Δεν υπάρχει ούτε υπήρξε ποτέ λογοτεχνία, που να διαλέγει για βασικό της θέμα τη ζωή της εργατικής τάξης και της αγροτιάς και τον αγώνα τους για το σοσιαλισμό. Δεν υπάρχει πουθενά, σε καμμιά χώρα του κόσμου, λογοτεχνία που να υπερασπίζει και να προστατεύει τα δικαιώματα των εργαζομένων όλων των εθνών, να υπερασπίζει την ισοτιμία δικαιωμάτων για τη γυναίκα. Δεν υπάρχει και δε μπορεί να υπάρξει σε αστική χώρα λογοτεχνία, που να σπάει με συνέπεια κάθε σκοτάδι, κάθε μυστικισμό, κάθε παπαδοσύνη και διαβολικότητα, όπως το κάνει η δική μας λογοτεχνία. Τόσο προοδευτική, τόσο πλούσια σε ιδέες, τόσο επαναστατική μπορούσε να γίνει και έγινε μόνο η σοβιετική λογοτεχνία, που είναι ”σάρξ εκ της σαρκός και οστούν εκ των οστέων” της σοσιαλιστικής μας ανοικοδόμησης (A. Α. Ζντάνωφ, Η σοβιετική λογοτεχνία, η πιο πρωτοπόρα λογοτεχνία στον κόσμο, 1934).
Ο σ. Στάλιν πάντα τονίζει ότι η λογοτεχνία στην ανταγωνιστική κοινωνία έχει ταξικό χαρακτήρα, βεβαιώνει ότι είναι ανάγκη να καταπολεμιέται αδιάλλακτα η λογοτεχνία, που είναι εχθρική στο λαό, οι θεωρίες και τα συστήματα της
”Σε τι μπορεί να χρησιμεύσει ένας άνθρωπος που έχει διαπαιδαγωγηθεί από μιά τέτοια λογοτεχνία?”, είπε κάποτε ο σ. Στάλιν, φυλλομετρώντας το λογοτεχνικό καλλιτεχνικό περιοδικό των μενσεβίκων «Κβαλί» (Πορφ. Κουρίτζε, Ο σ. Στάλιν, οργανωτής της πάλης των εργατών του Βατούμ, 1937).
Είναι απαραίτητος ο αδιάλλακτος αγώνας του κόμματος ενάντια, σε κάθε είδους παραποίηση της πραγματικότητας από λακέδες της αστικής τάξης. Μέσα στις συνθήκες της δικτατορίας του προλεταριάτου, πρέπει να υπάρχει μια σταθερή ταξική πολιτική απέναντι στην αστική ιδεολογία, σε όλα τα είδη και σε όλες τις μορφές των εκδηλώσεων της.
”Εμείς, απάντησε ο σ. Στάλιν στην ερώτηση των ξένων εργατικών αντιπροσωπειών για την ελευθερία του τύπου στην ΕΣΣΔ, ποτέ δεν αναλάβαμε την υποχρέωση να δώσουμε ελευθερία τύπου σε όλες τις τάξεις και να κάνουμε όλες τις τάξεις ευτυχισμένες. Παίρνοντας την εξουσία τον Οχτώβρη του 1917, οι μπολσεβίκοι είπαν ανοιχτά πως η εξουσία αυτή είναι εξουσία μιας τάξης, εξουσία του προλεταριάτου, που θα περιορίζει αδιάκοπα την αστική τάξη για το συμφέρον των εργαζομένων μαζών της πόλης και του χωριού, που αποτελούν την πλειοψηφία του πληθυσμού της ΕΣΣΔ. Πώς μπορεί κανείς, ύστερα απ’ αυτά, να ζητάει από τη δικτατορία του προλεταριάτου ελευθερία τύπου για την αστική τάξη?” (Στάλιν, Συνομιλία με τις ξένες αντιπροσωπείες).
Μιλώντας για την ανάγκη της άγρυπνης πάλης με τις εχθρικές προς το λαό ιδέες, θεωρίες και συστήματα, ο Στάλιν υπενθύμιζε επανειλημένα ότι:
”Τα κεφαλαιοκρατικά στοιχεία, δεν περιορίζονται στη διεξαγωγή πάλης μόνο στον οικονομικό τομέα. Προσπαθούν να τη μεταφέρουν και στον τομέα της ιδεολογίας του προλεταριάτου” (Στάλιν. Ερωτήσεις και απαντήσεις).
Έτσι η διαπίστωση ότι η καλλιτεχνική δημιουργία έχει αντικειμενική σημασία δεν αποκλείει καθόλου την ανάγκη ν’ αναλύεται ταξικά η τέχνη.
Τα λόγια του σ. Στάλιν μας δίνουν ένα κοφτερό οπλο ενάντια στους εκχυδαϊστές του μαρξισμού και από τα δεξιά και από τ’ αριστερά: κ’ ενάντια σ’ εκείνους που, απλουστεύοντασ την έννοια της ταξικότητας, περιορίζουν μηχανικά τον καλλιτέχνη στο να εκφράζει μοιραία την ιδεολογία κάποιας κοινωνικής ομάδας κ’ ενάντια σ’ εκείνους που, κάτω από τη σημαία της πάλης κατά του εκχυδαϊσμού, προσπαθούν στην ουσία να βγάλουν από τη μέση το πρόβλημα της ταξικής τέχνης.
Διαβαστε τις συνεχειες :
Ο Στάλιν για την τέχνη και τον πολιτισμό (Μέρος 4)
χαχαχαχαχαχα ο στάλιν για την τέχνη, ντάξει έπιασα πλανήτη άρη
ΑπάντησηΔιαγραφήΓουαοοοοοοοοοοοοοοοοοο.........
ΔιαγραφήΜονο σου το σκεφτηκες ΟΛΟ αυτο ;;;;;
''ντάξει''.. γύρνα πλευρό και ξανά κοιμήσου... κι όταν φτάσεις Πλούτωνα ξύπνα για φραπέ να ούμε
ΔιαγραφήΚαλα θα κανεις λοιπον να αφησεις ανεπαφη τη φουσκα που εχεις γυρω απο το κεφαλι σου.
ΑπάντησηΔιαγραφήsniper