ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Το Σύγχρονο Παγκόσμιο Σύστημα ως Καπιταλιστική Παγκόσμια Οικονομία
Παραγωγή, Υπεραξία και Πόλωση
Του Immanuel Wallerstein
Μετάφραση / παρουσίαση : Αντισώματα
Συνέχεια απο το "Ο Καπιταλισμός ως παγκόσμιο σύστημα (μέρος Γ & Δ)"
Οι τάξεις ωστόσο, δεν είναι και οι μόνες ομάδες στις οποίες τα νοικοκυριά τοποθετούν τον εαυτό τους. Ανήκουν επίσης σε ομάδες δύναμης (status groups) ή ομάδες ταυτοτήτων (η ένοια της ομάδας δύναμης αναφέρεται πιο πολύ στο πως την βλέπουν οι άλλοι απο «αντικειμενική» άποψη, ενώ η έννοια της ταυτότητας αναφέρεται κυρίως στο πως την βλέπουν οι ίδιοι που ανήκουν στην ομάδα σαν «υποκειμενική» άποψη, αλλά όπως και νά’χει, οι ομάδες αυτές αποτελούν μια θεσμική πραγματικότητα του παγκόσμιου συστήματος). Οι ομάδες δύναμης ή οι ταυτότητες είναι ετικέτες μέσα στις οποίες γεννιόμαστε, ή τουλάχιστον πιστεύουμε οτι γεννιόμαστε. Είναι γενικά δύσκολο να μπεί κανείς μέσα σε αυτές τις ομάδες εθελοντικά, αν και όχι αδύνατο. Αυτές οι ομάδες δύναμης ή ταυτότητες είναι οι διάφοροι πληθυσμοί ή « λαοί » (peoples) των οποίων όλοι είμαστε μέλη: έθνη, φυλές, εθνοτικές ομάδες, θρησκευτικές κοινότητες, αλλά και φύλα και σεξουαλικές προτιμήσεις.
Πολλές απο αυτές τις κατηγορίες υποτίθεται οτι είναι αναχρονιστικά υπολείμματα προ-νεωτερικών εποχών. Αυτή η υπόθεση είναι λανθασμένη σαν βάση. Η υπαγωγή σε ομάδες δύναμης ή ταυτότητας είναι βασικό στοιχείο της νεωτερικότητας. Μακράν απο το να εξαφανίζονται, ίσα ίσα η σπουδαιότητά τους αυξάνει όσο η λογική του καπιταλιστικού συστήματος εξαπλώνεται και μας ενσωματώνει όλους.
Αν υποστηρίζουμε πως τα νοικοκυριά τοποθετούνται μέσα σε τάξεις, κι όλα τα μέλη τους μοιράζονται αυτήν την τοποθέτηση, ισχύει άραγε το ίδιο και για την ένταξή τους σε ομάδες δύναμης ή ταυτότητας; Υπάρχει όντως μια τεράστια πίεση μέσα στα νοικοκυριά να διατηρήσουν μια κοινή ταυτότητα, κι όλα τα μέλη τους να ανήκουν στην ίδια ομάδα στάτους ή ταυτότητας. Αυτή η πίεση ασκείται πιο πολύ σε άτομα που είναι σε ηλικία γάμου και που πιέζονται να βρούν το ταίρι τους μέσα απο την ίδια ομάδα ταυτότητας ή δύναμης. Βέβαια η συνεχής κίνηση των ατόμων μέσα στο σύγχρονο παγκόσμιο σύστημα και η τάση να αγνοούνται τα χαρακτηριστικά ταυτότητας σε όφελος πιο «αξιοκρατικών» κριτηρίων, έχει οδηγήσει σε μια σχετική επιμειξία ταυτοτήτων στο εσωτερικό των νοικοκυριών. Παρόλα αυτά, αυτό που πραγματικά συμβαίνει σε ένα νοικοκυριό είναι η τάση προς την κοινή ταυτότητα και ομάδα δύναμης, κι αυτό που συχνά ξεκινάει σαν επιμειξία καταλήγει στην δημιουργία μιας νέας ταυτότητας ή μιας νέας ομάδας κι έτσι επανενώνεται το νοικοκυριό σε μια κοινή ταυτότητα. Ένα στοιχείο στο αίτημα για νομιμοποίηση των ομοφυλόφιλων γάμων είναι ακριβώς αυτή η τάση για επανένωση της ταυτότητας ενός νοικοκυριού.
Γιατί άραγε είναι τόσο σημαντικό για τα νοικοκυριά να διατηρούν μια και μοναδική ταξική ταυτότητα και μιά και μοναδική ταυτότητα ομάδας δύναμης, ή τουλάχιστον να προσποιούνται οτι την διατηρούν; Μια τέτοια ομογενοποίηση φυσικά βοηθάει την ενότητα του νοικοκυριού σαν ενιαία μονάδα εισοδήματος, και το βοηθάει να ξεπερνά φυγόκεντρες τάσεις στο εσωτερικό του λόγω ανισοτήτων στην διανομή της κατανάλωσης και στην λήψη αποφάσεων. Θα ήταν λάθος ωστόσο, αν βλέπαμε αυτήν την τάση ως κυρίως έναν αμυντικό μηχανισμό του ίδιου του νοικοκυριού ως ομάδας. Υπάρχουν σημαντικά πλεονεκτήματα στο συνολικό παγκόσμιο σύστημα απο τις ομογενοποιητικές τάσεις μέσα στις δομές του νοικοκυριού.
Τα νοικοκυριά λειτουργούν σαν οι κύριοι κοινωνικοποιητικοί μεσολαβητές του παγκόσμιου συστήματος. Προσπαθούν να μας διδάξουν και κυρίως τους νεότερους, την γνώση και τον σεβασμό στους κοινωνικούς κανόνες στους οποίους πρέπει να υπακούμε. Βέβαια έρχονται δεύτερα στην διδασκαλία της πειθαρχίας, μετά το κράτος, τα σχολεία και τους στρατούς, τα μέσα ενημέρωσης και τους θρησκευτικούς θεσμούς. Τίποτα από όλα αυτά όμως δεν συγκρίνεται με το νοικοκυριό στην ουσιαστική επίδραση στο άτομο. Τι όμως καθορίζει το πώς τα νοικοκυριά θα κοινωνικοποιήσουν τα μέλη τους; Σε γενικές γραμμές ο τρόπος με τον οποίο οι δευτερογεννείς θεσμοί θέτουν το πλαίσιο για τα νοικοκυριά, και η ικανότητά τους να το κάνουν αυτό εξαρτάται απο την σχετική ομοιογένεια των νοικοκυριών, -δηλαδή με το να έχουν, και να βλέπουν τον εαυτό τους σαν να έχει έναν καθορισμένο ιστορικό ρόλο στο κοινωνικό σύστημα. Ένα νοικοκυριό που είναι σίγουρο για την θέση του στην ομάδα δύναμης-ταυτότητας, -για την εθνική του ταυτότητα, την φυλή του, την θρησκεία του, τον κώδικα σεξουαλικότητάς του- γνωρίζει πολύ καλά πως να κοινωνικοποιήσει τα μέλη του. Κάποιο νοικοκυριό που μπορεί να είναι λιγότερο σίγουρο, αλλά που προσπαθεί να δημιουργήσει μια ομοιογεννή, έστω και καινούργια, ταυτότητα, μπορεί να τα καταφέρει εξίσου καλά. Ένα νοικοκυριό, όμως, που ανοιχτά αναγνωρίζει μια μόνιμα διχασμένη ταυτότητα θα δυσκολευτεί αφάνταστα να εκπληρώσει την λειτουργία κοινωνικοποίησης και θα συναντήσει τεράστια δυσκολία να επιβιώσει ως ομάδα.
Φυσικά, οι εξουσίες του κοινωνικού συστήματος πάντα ελπίζουν πως η κοινωνικοποίηση θα οδηγήσει στην αποδοχή των πραγματικών ιεραρχιών που παράγει το σύστημα. Επίσης ελπίζουν οτι η κοινωνικοποίηση θα οδηγήσει στην εσωτερίκευση των μύθων, της ρητορικής και των θεωριών του συστήματος. Αυτό συμβαίνει εν μέρει, αλλά ποτέ απόλυτα. Τα νοικοκυριά κοινωνικοποιούν τα μέλη τους επίσης στην ανταρσία, στην απόσυρση, ή στην παραβατικότητα. Βέβαια, ως ένα βαθμό, ακόμα και μια τέτοια, αντισυστημική κοινωνικοποίηση μπορεί να βολεύει το σύστημα, αν προσφέρει διέξοδο σε ανήσυχα πνεύματα, αρκεί να μην διαταράσσεται η σχετική ισορροπία του συστήματος. Σε αυτή την περίπτωση, κάποιος μπορεί να περιμένει πως οι αρνητικές κοινωνικοποιήσεις θα έχουν περιορισμένη επίδραση στην λειτουργία του συστήματος. Αλλά όταν το ιστορικό σύστημα έρχεται σε δομική κρίση, ξαφνικά οι αντισυστημικές κοινωνικοποιήσεις μπορεί να παίξουν βαθειά αποσταθεροποιητικό ρόλο για το σύστημα.
Εως τώρα έχουμε παραθέσει μόνο τους προσδιορισμούς της τάξης και της ομάδας δύναμης για τις εναλλακτικές μορφές συλλογικής έκφρασης των νοικοκυριών. Όμως είναι προφανές πως υπάρχουν διάφορα είδη ομάδων δύναμης, όχι πάντοτε συναφή μεταξύ τους. Επίσης καθώς η πολυπλοκότητα του ιστορικού χρόνου αυξάνει, ο αριθμός των ομάδων δύναμης αυξάνει αντί να μειώνεται. Στο τέλος του εικοστού αιώνα οι άνθρωποι ξεκίνησαν να προβάλουν ταυτότητες σεξουαλικής προτίμησης που δεν ήταν βάση διάκρισης νοικοκυριών στους προηγούμενους αιώνες. Εφόσον όλοι σχετιζόμαστε με μια πολυπλοκότητα ομάδων δύναμης ή ταυτοτήτων, προκύπτει το ερώτημα αν υπάρχει κάποια τάξη προτεραιότητας για τις ταυτότητες. Σε περίπτωση σύγκρουσης ποιά ταυτότητα θα επικρατούσε; Μπορεί ένα νοικοκυριό να είναι ομοιογεννές σε σχέση με μια ταυτότητα αλλά ανομοιογεννές σε σχέση με κάποια άλλη; Η απάντηση είναι φυσικά, ναι, αλλά ποιές είναι οι συνέπειες;
Πρέπει να κοιτάξουμε τις πιέσεις προς ένα νοικοκυριό, οι οποίες έρχονται απέξω. Οι πιο πολλές απο τις ομάδες δύναμης διαθέτουν κάποια θεσμική έκφραση που διαπερνά οριζόντια τα νοικοκυριά. Κι αυτές οι θεσμικές εκφράσεις ασκούν πίεση στα νοικοκυριά, όχι μόνο να εναρμονιστούν με τις νόρμες τους και τις συλλογικές στρατηγικές τους, αλλά και να τους δώσουν προτεραιότητα έναντι άλλων. Απο τους δια-νοικοκυριακούς θεσμούς, τα κράτη είναι ο πιό επιτυχής στο να επιδρά στα νοικοκυριά γιατί διαθέτουν τα πιό άμεσα όπλα πίεσης (το νόμο, τα διάφορα επιδόματα, καθώς και την δυνατότητα ελέγχου των μέσων ενημέρωσης κι εκπαίδευσης). Όμως, όπου το κράτος δεν είναι αρκετά ισχυρό, θρησκευτικοί θεσμοί, εθνικοί οργανισμοί και παρόμοιες συλλογικότητες, γίνονται οι πιο ισχυρές φωνές που πιέζουν τα νοικοκυριά για προτεραιότητα. Ακόμα κι όταν ομάδες δύναμης ή ταυτότητες περιγράφουν τον εαυτό τους σαν αντισυστημικές, μπορεί να είναι ανταγωνιστικές σε άλλες αντισυστημικές ομάδες και ταυτότητες, απαιτώντας προτεραιότητα στην πρόσδεση των νοικοκυριών μαζί τους. Είναι αυτή η ταραγμένη κατάσταση των ταυτοτήτων των νοικοκυριών που βρίσκεται κάτω απο τα σκαμπανεβάσματα και τις απότομες αλλαγές της πολιτικής πάλης στο σύγχρονο παγκόσμιο σύστημα.
Οι περίπλοκες σχέσεις της παγκόσμιας οικονομίας, οι εταιρίες, τα κράτη, τα νοικοκυριά και οι δια-νοικοκυριακοί θεσμοί που συνδέουν τα μέλη των τάξεων και των ομάδων δύναμης περιβάλλονται απο δυό αντίθετα –αλλά συμβιωτικά- ιδεολογικά θέματα: τον οικουμενισμό (universalism) απο την μιά πλευρά και τον ρατσισμό/σεξισμό απο την άλλη.
Ο οικουμενισμός είναι ένα θέμα βασικά συνδεδεμένο με το σύγχρονο παγκόσμιο σύστημα. Είναι με πολλούς τρόπους ένα απο τα στοιχεία για τα οποία το σύστημα υπερηφανεύεται. Οικουμενισμός σημαίνει γενικά η προτεραιότητα γενικών κανόνων που εφαρμόζονται εξίσου για όλα τα άτομα, και συνεπώς η απόρριψη των ιδιαίτερων, επιμεριστικών προτιμήσεων στις περισότερες σφαίρες. Οι μόνοι κανόνες που θεωρούνται επιτρεπτοί στο πλαίσιο του οικουμενισμού, είναι αυτοί που δείχνουν να εφαρμόζουν άμεσα στην, με την στενή έννοια, σωστή λειτουργία του παγκόσμιου συστήματος.
Οι εκφράσεις του οικουμενισμού είναι πολλαπλές. Αν μεταφράσουμε τον οικουμενισμό στο επίπεδο της εταιρίας ή του σχολείου, σημαίνει για παράδειγμα την τοποθέτηση των ατόμων σε θέσεις ανάλογα με την εκπαίδευσή τους και την ικανότητά τους (μια πρακτική γνωστή και ως αξιοκρατία). Αν τον μεταφράσουμε στο επίπεδο του νοικοκυριού, δηλώνει ανάμεσα σε άλλα, πως ο γάμος γίνεται στην βάση του «έρωτα», κι όχι στη βάση του πλούτου ή στην βάση της εθνικής ταυτότητας ή κάποιας άλλης ιδιαιτερότητας. Αν τον μεταφράσουμε στο επίπεδο του κράτους, σημαίνει καθολικό δικαίωμα ψήφου και ισότητα όλων μπροστά στους νόμους. Είμαστε όλοι εξοικειωμένοι με όλους αυτούς τους ιερούς κανόνες αφού επαναλαμβάνονται με κανονική συχνότητα στον δημόσιο λόγο. Υποτίθεται οτι όλα αυτά είναι ο κεντρικός πυρήνας της κοινωνικοποίησής μας. Βεβαίως γνωρίζουμε πως αυτοί οι ιεροί κανόνες, υποστηρίζονται με άνισο τρόπο σε διάφορες τοπικότητες του παγκόσμιου συστήματος (και θα συζητήσουμε γιατί συμβαίνει αυτό), κι επίσης γνωρίζουμε οτι απέχουν παρασάγγας απο το να εφαρμόζονται στην πράξη. Παρόλα αυτά, έχουν γίνει το επίσημο ευαγγέλιο της νεωτερικότητας.
Ο οικουμενισμός είναι ένας θετικός κανόνας, πράγμα που σημαίνει οτι οι περισσότεροι άνθρωποι διαβεβαιώνουν την πίστη τους σε αυτόν, και σχεδόν όλοι υποστηρίζουν οτι είναι μια αρετή. Ο ρατσισμός κι ο σεξισμός είναι το ακριβώς αντίθετο. Είναι κι αυτά κανόνες, αλλά αρνητικοί κανόνες, αφού οι περισσότεροι δηλώνουν οτι δεν πιστεύουν σε αυτούς. Όλοι δηλώνουν οτι είναι βλαβεροί, ωστόσο παραμένουν κανόνες. Αυτό που είναι πιό σημαντικό, είναι οτι στην πράξη στην ουσία ο ρατσισμός κι ο σεξισμός τηρούνται τουλάχιστον όσο κι ο οικουμενισμός, στην πραγματικότητα, πολύ περισσότερο απο τον αγαθό κανόνα του οικουμενισμού. Αυτό φαίνεται εκ πρώτης όψεως να είναι μια ανωμαλία. Αλλά δεν είναι.
Ας δούμε τι εννοούμε όταν λέμε ρατσισμός και σεξισμός. Ουσιαστικά αυτοί είναι δυό όροι που περιήλθαν σε ευρεία χρήση μόλις κατά το δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα. Ο ρατσισμός κι ο σεξισμός είναι στοιχεία ενός ευρύτερου φαινομένου που δεν έχει έναν κατάλληλο όρο, αλλά που μπορούμε να το σκεφτούμε σαν αντι-οικουμενισμό, ή την πρακτική θεσμική προκατάληψη κατά όλων των ατόμων μιας ομάδας δύναμης ή ταυτότητας. Για κάθε είδος ταυτότητας υπάρχει μια κοινωνική διαβάθμιση. Μπορεί να είναι μια χοντροκομένη διαβάθμιση με μόνο δυό κατηγορίες, μπορεί όμως και να είναι πιό περίπλοκη με μια ολόκληρη κλίμακα απο κατηγορίες. Αλλά υπάρχει πάντα μια ομάδα στην κορυφή της κλίμακας και διάφορες άλλες από κάτω. Αυτές οι διαβαθμίσεις είναι καί παγκόσμιες καί τοπικές, καί με τα δυό είδη να έχουν τεράστιες συνέπειες στην ζωή των ανθρώπων, αλλά και στην διαχείρηση της καπιταλιστικής παγκόσμιας οικονομίας.
Είμαστε όλοι εξοικειωμένοι με τις παγκόσμιες διαβαθμίσεις μέσα στο σύγχρονο παγκόσμιο σύστημα: άντρες πάνω από γυναίκες, Λευκοί πάνω από Μαύρους (ή μη-Λευκούς), ενήλικες πάνω από παιδιά (ή γέρους), μορφωμένοι πάνω από αμόρφωτους, ετεροφυλόφιλοι πάνω από γκέυ και λεσβίες, αστοί και στελέχη πάνω από εργάτες, κάτοικοι των πόλεων πάνω από τους καλλιεργητές της υπαίθρου. Οι εθνοτικές διαβαθμίσεις είναι πιο τοπικές, αλλά σε κάθε χώρα υπάρχει μια κυρίαρχη εθνότητα κι απο κάτω είναι οι υπόλοιπες. Οι θρησκευτικές διαβαθμίσεις έχουν μεγάλη ποικιλία στον κόσμο, όμως σε κάθε περιοχή, ο καθένας ξέρει ποιές ακριβώς είναι. Ο εθνικισμός συχνά παίρνει την μορφή της κατασκευής του συνδέσμου μεταξύ της μιας πλευράς όλων των αντινομιών, κι έτσι, για παράδειγμα κάποιος μπορεί να κατασκευάσει τον κανόνα οτι ενήλικες, λευκοί, άντρες, ετεροφυλόφιλοι συγκεκριμένων εθνοτήτων και θρησκειών, είναι οι μόνοι που αποτελούν το «αληθινό» έθνος.
Υπάρχουν πολλά ζητήματα που αυτή η περιγραφή θέτει προς διερεύνηση. Για ποιό λόγο να επαγγέλεται κανείς τον οικουμενισμό και να εφαρμόζει την ίδια στιγμή τον αντι-οικουμενισμό; Γιατί να υπάρχουν τόσες πολλές κατηγορίες αντι-οικουμενισμού;
Είναι αυτή η αντιφατική αντινομία ένα απαραίτητο στοιχείο του σύγχρονου παγκόσμιου συστήματος; Ο οικουμενισμός και ο αντι-οικουμενισμός στην πραγματικότητα λειτουργούν και οι δυό καθημερινά στον κόσμο, μόνο που λειτουργούν σε διαφορετικά πεδία. Ο οικουμενισμός τείνει να είναι η επιχειρησιακή αρχή περισσότερο αυτών που θα αποκαλούσαμε τα «στελέχη» του παγκόσμιου συστήματος –δηλαδή ούτε αυτών που είναι πολύ ψηλά σε δύναμη και πλούτο, ούτε αυτών που ανήκουν στην μεγάλη πλειοψηφία των εργατών και των απλών ανθρώπων σε όλες τις σφαίρες εργασίας στον πλανήτη, αλλά αυτών που ανήκουν σε ένα ενδιάμεσο στρώμα ανθρώπων που έχουν ηγετικούς ή διευθυντικούς ρόλους σε διάφορους θεσμούς. Είναι ο κανόνας (ο οικουμενισμός) που εμπερικλείει τις αποδοτικότερες μορφές πρόσληψης τεχνικού, επαγγελματικού και επιστημονικού προσωπικού. Αυτό το ενδιάμεσο στρώμα μπορεί να είναι μικρότερο ή μεγαλύτερο ανάλογα με την θέση της κάθε χώρας στο παγκόσμιο σύστημα, και την εγχώρια πολιτική κατάσταση. Όσο ισχυρότερη είναι η οικονομική θέση μιας χώρας τόσο πολυπληθέστερο είναι αυτό το στρώμα. Κάθε που ο οικουμενισμός χάνει την κυριαρχία του ακόμα κι ανάμεσα στα στελέχη σε συγκεκριμένα μέρη του παγκόσμιου συστήματος, οι παρατηρητές βλέπουν δυσλειτουργία, και αμέσως ασκούνται πολιτικές πιέσεις (κι απο μέσα από την χώρα, κι από το εξωτερικό) για την αποκατάσταση κάποιου βαθμού οικουμενικών κριτηρίων.
Υπάρχουν δυό τελείως διαφορετικοί λόγοι γι αυτό. Απο την μιά μεριά ο οικουμενισμός θεωρείται οτι διασφαλίζει σχετικά ικανοποιητική απόδοση, κι έτσι συνδράμει σε πιο αποτελεσματική παγκόσμια οικονομία, που με την σειρά της βελτιώνει την ικανότητα συσσώρευσης κεφαλαίου. Συνεπώς, αυτοί που ελέγχουν τις διαδικασίες παραγωγής πιέζουν για τέτοια οικουμενικά κριτήρια. Βέβαια τα οικουμενικά κριτήρια εγείρουν δυσαρέσκεια όταν εφαρμόζονται, μόνο όταν κάποιο επιμεριστικό κριτήριο γίνεται απαιτητό. Όταν μια δημόσια υπηρεσία είναι ανοιχτή σε μιά μόνον εθνότητα ή θρησκεία, η επιλογή των προσώπων για τα μέλη της είναι οικουμενική, συνολικά όμως όχι. Αν τα οικουμενικά κριτήρια επικαλούνται μόνο την στιγμή της επιλογής, αλλά αγνοούνται τα επιμεριστικά κριτήρια που διαπερνούν την εκπαίδευση και την πρότερη εμπειρία, πάλι υπάρχει δυσαρέσκεια. Αλλά ακόμα κι αν τα οικουμενικά κριτήρια είναι όντως οικουμενικά, πάλι θα υπάρξει διαμαρτυρία και «λαϊκή» πίεση για άρση των κριτηρίων, αφού επιλογή σημαίνει αναγκαστικά αποκλεισμό. Κάτω από αυτές τις πολύπλοκες περιστάσεις τα οικουμενικά κριτήρια παίζουν έναν βασικό κοινωνιο-ψυχολογικό ρόλο για την νομιμοποίηση αξιοκρατικής ανάθεσης. Κάνουν αυτούς που έχουν φτάσει στο στάτους των στελεχών να νιώθουν δικαιωμένοι στην πρόοδό τους, και να αγνοούν πως τα λεγόμενα οικουμενικά κριτήρια που τους επέτρεψαν την πρόσβαση στο στελεχικό στρώμα δεν ήταν πράγματι οικονομικά, ή να αγνοούν τις διαμαρτυρίες των υπολοίπων για τα προνόμια και τους μισθούς των στελεχών. Ο κανόνας του οικονομισμού είναι μια τεράστια υπηρεσία γι αυτούς που επωφελούνται απο το σύστημα. Τους κάνει να νιώθουν ότι αξίζουν αυτά που κατέχουν.
Από την άλλη πλευρά, ο ρατσισμός, ο σεξισμός και οι άλλοι αντι-οικουμενικοί κανόνες εκτελούν εξίσου σημαντικές υπηρεσίες στην ανάθεση εργασίας, εξουσίας και προνομίων μέσα στο σύγχρονο παγκόσμιο σύστημα. Φαίνεται να δηλώνουν αποκλεισμούς απο την δημόσια σφαίρα. Στην ουσία είναι πραγματικά τρόποι ενσωμάτωσης, αλλά ενσωμάτωσης των κατώτερων στρωμάτων. Αυτοί οι κανόνες υπάρχουν για να δικαιολογούν την κατώτερη διαβάθμιση, να επιβάλλουν την κατώτερη διαβάθμιση, και κατά διαστροφικό τρόπο, να την κάνουν κάπως λιγότερο δυσσάρεστη σε αυτούς που ανήκουν σε αυτήν. Οι αντι-οικουμενικοί κανόνες παρουσιάζονται σαν κωδικοποιήσεις φυσικών, αιώνιων αληθειών, μη επιδεχόμενων κοινωνικής αλλαγής. Δεν παρουσιάζονται απλά σαν πολιτισμικές αλήθειες αλλά, ενδόμυχα ή και φανερά, σαν βιολογικά προσδιορισμένες αναγκαιότητες για την λειτουργία του ανθρώπινου είδους.
Γίνονται κανόνες για το κράτος, τον χώρο δουλειάς, τον δημόσιο χώρο. Αλλά επίσης γίνονται κανόνες μέσα απο τους οποίους τα νοικοκυριά πιέζονται να κοινωνικοποιούν τα μέλη τους, μια προσπάθεια που συνολικά έχει στεφθεί με επιτυχία. Δικαιολογούν την πόλωση του παγκόσμιου συστήματος. Εφόσον η πόλωση αυξάνεται μέσα στον χρόνο, ο ρατσισμός, ο σεξισμός και οι άλλες μορφές αντι-οικουμενισμού έχουν γίνει ακόμα πιο σημαντικές, έστω κι άν κι ο πολιτικός αγώνας εναντίον αυτών των μορφών αντι-οικουμενισμού, έχει επίσης γίνει πιό κεντρικός για την λειτουργία του παγκόσμιου συστήματος.
Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι το σύγχρονο παγκόσμιο σύστημα έχει δημιουργήσει, ως βασικό στοιχείο της δομής του, την ταυτόχρονη ύπαρξη, προπαγάνδιση και πρακτική καί του οικουμενισμού, καί του αντι-οικουμενισμού. Αυτή η αντινομική δυάδα, είναι τόσο θεμελιώδης για το σύστημα, όσο και ο πυρηνικός-περιφερειακός, κάθετος καταμερισμός εργασίας.
(Εδώ τελειώνει το κεφάλαιο (2ο) του βιβλίου του ‘World Systems Analysis’, όπου ο Wallerstein περιγράφει το παγκόσμιο σύστημα και τον καπιταλισμό. Θα προσπαθήσουμε αργότερα να μεταφράσουμε και να αναρτήσουμε και το κεφάλαιο στο οποίο περιγράφει την δομική κρίση του καπιταλισμού, και τους λόγους για τους οποίους είναι αξεπέραστη απο το ίδιο το σύστημα.)
Ο οικουμενισμός είναι ένα θέμα βασικά συνδεδεμένο με το σύγχρονο παγκόσμιο σύστημα. Είναι με πολλούς τρόπους ένα απο τα στοιχεία για τα οποία το σύστημα υπερηφανεύεται. Οικουμενισμός σημαίνει γενικά η προτεραιότητα γενικών κανόνων που εφαρμόζονται εξίσου για όλα τα άτομα, και συνεπώς η απόρριψη των ιδιαίτερων, επιμεριστικών προτιμήσεων στις περισότερες σφαίρες. Οι μόνοι κανόνες που θεωρούνται επιτρεπτοί στο πλαίσιο του οικουμενισμού, είναι αυτοί που δείχνουν να εφαρμόζουν άμεσα στην, με την στενή έννοια, σωστή λειτουργία του παγκόσμιου συστήματος.
Οι εκφράσεις του οικουμενισμού είναι πολλαπλές. Αν μεταφράσουμε τον οικουμενισμό στο επίπεδο της εταιρίας ή του σχολείου, σημαίνει για παράδειγμα την τοποθέτηση των ατόμων σε θέσεις ανάλογα με την εκπαίδευσή τους και την ικανότητά τους (μια πρακτική γνωστή και ως αξιοκρατία). Αν τον μεταφράσουμε στο επίπεδο του νοικοκυριού, δηλώνει ανάμεσα σε άλλα, πως ο γάμος γίνεται στην βάση του «έρωτα», κι όχι στη βάση του πλούτου ή στην βάση της εθνικής ταυτότητας ή κάποιας άλλης ιδιαιτερότητας. Αν τον μεταφράσουμε στο επίπεδο του κράτους, σημαίνει καθολικό δικαίωμα ψήφου και ισότητα όλων μπροστά στους νόμους. Είμαστε όλοι εξοικειωμένοι με όλους αυτούς τους ιερούς κανόνες αφού επαναλαμβάνονται με κανονική συχνότητα στον δημόσιο λόγο. Υποτίθεται οτι όλα αυτά είναι ο κεντρικός πυρήνας της κοινωνικοποίησής μας. Βεβαίως γνωρίζουμε πως αυτοί οι ιεροί κανόνες, υποστηρίζονται με άνισο τρόπο σε διάφορες τοπικότητες του παγκόσμιου συστήματος (και θα συζητήσουμε γιατί συμβαίνει αυτό), κι επίσης γνωρίζουμε οτι απέχουν παρασάγγας απο το να εφαρμόζονται στην πράξη. Παρόλα αυτά, έχουν γίνει το επίσημο ευαγγέλιο της νεωτερικότητας.
Ο οικουμενισμός είναι ένας θετικός κανόνας, πράγμα που σημαίνει οτι οι περισσότεροι άνθρωποι διαβεβαιώνουν την πίστη τους σε αυτόν, και σχεδόν όλοι υποστηρίζουν οτι είναι μια αρετή. Ο ρατσισμός κι ο σεξισμός είναι το ακριβώς αντίθετο. Είναι κι αυτά κανόνες, αλλά αρνητικοί κανόνες, αφού οι περισσότεροι δηλώνουν οτι δεν πιστεύουν σε αυτούς. Όλοι δηλώνουν οτι είναι βλαβεροί, ωστόσο παραμένουν κανόνες. Αυτό που είναι πιό σημαντικό, είναι οτι στην πράξη στην ουσία ο ρατσισμός κι ο σεξισμός τηρούνται τουλάχιστον όσο κι ο οικουμενισμός, στην πραγματικότητα, πολύ περισσότερο απο τον αγαθό κανόνα του οικουμενισμού. Αυτό φαίνεται εκ πρώτης όψεως να είναι μια ανωμαλία. Αλλά δεν είναι.
Ας δούμε τι εννοούμε όταν λέμε ρατσισμός και σεξισμός. Ουσιαστικά αυτοί είναι δυό όροι που περιήλθαν σε ευρεία χρήση μόλις κατά το δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα. Ο ρατσισμός κι ο σεξισμός είναι στοιχεία ενός ευρύτερου φαινομένου που δεν έχει έναν κατάλληλο όρο, αλλά που μπορούμε να το σκεφτούμε σαν αντι-οικουμενισμό, ή την πρακτική θεσμική προκατάληψη κατά όλων των ατόμων μιας ομάδας δύναμης ή ταυτότητας. Για κάθε είδος ταυτότητας υπάρχει μια κοινωνική διαβάθμιση. Μπορεί να είναι μια χοντροκομένη διαβάθμιση με μόνο δυό κατηγορίες, μπορεί όμως και να είναι πιό περίπλοκη με μια ολόκληρη κλίμακα απο κατηγορίες. Αλλά υπάρχει πάντα μια ομάδα στην κορυφή της κλίμακας και διάφορες άλλες από κάτω. Αυτές οι διαβαθμίσεις είναι καί παγκόσμιες καί τοπικές, καί με τα δυό είδη να έχουν τεράστιες συνέπειες στην ζωή των ανθρώπων, αλλά και στην διαχείρηση της καπιταλιστικής παγκόσμιας οικονομίας.
Είμαστε όλοι εξοικειωμένοι με τις παγκόσμιες διαβαθμίσεις μέσα στο σύγχρονο παγκόσμιο σύστημα: άντρες πάνω από γυναίκες, Λευκοί πάνω από Μαύρους (ή μη-Λευκούς), ενήλικες πάνω από παιδιά (ή γέρους), μορφωμένοι πάνω από αμόρφωτους, ετεροφυλόφιλοι πάνω από γκέυ και λεσβίες, αστοί και στελέχη πάνω από εργάτες, κάτοικοι των πόλεων πάνω από τους καλλιεργητές της υπαίθρου. Οι εθνοτικές διαβαθμίσεις είναι πιο τοπικές, αλλά σε κάθε χώρα υπάρχει μια κυρίαρχη εθνότητα κι απο κάτω είναι οι υπόλοιπες. Οι θρησκευτικές διαβαθμίσεις έχουν μεγάλη ποικιλία στον κόσμο, όμως σε κάθε περιοχή, ο καθένας ξέρει ποιές ακριβώς είναι. Ο εθνικισμός συχνά παίρνει την μορφή της κατασκευής του συνδέσμου μεταξύ της μιας πλευράς όλων των αντινομιών, κι έτσι, για παράδειγμα κάποιος μπορεί να κατασκευάσει τον κανόνα οτι ενήλικες, λευκοί, άντρες, ετεροφυλόφιλοι συγκεκριμένων εθνοτήτων και θρησκειών, είναι οι μόνοι που αποτελούν το «αληθινό» έθνος.
Υπάρχουν πολλά ζητήματα που αυτή η περιγραφή θέτει προς διερεύνηση. Για ποιό λόγο να επαγγέλεται κανείς τον οικουμενισμό και να εφαρμόζει την ίδια στιγμή τον αντι-οικουμενισμό; Γιατί να υπάρχουν τόσες πολλές κατηγορίες αντι-οικουμενισμού;
Είναι αυτή η αντιφατική αντινομία ένα απαραίτητο στοιχείο του σύγχρονου παγκόσμιου συστήματος; Ο οικουμενισμός και ο αντι-οικουμενισμός στην πραγματικότητα λειτουργούν και οι δυό καθημερινά στον κόσμο, μόνο που λειτουργούν σε διαφορετικά πεδία. Ο οικουμενισμός τείνει να είναι η επιχειρησιακή αρχή περισσότερο αυτών που θα αποκαλούσαμε τα «στελέχη» του παγκόσμιου συστήματος –δηλαδή ούτε αυτών που είναι πολύ ψηλά σε δύναμη και πλούτο, ούτε αυτών που ανήκουν στην μεγάλη πλειοψηφία των εργατών και των απλών ανθρώπων σε όλες τις σφαίρες εργασίας στον πλανήτη, αλλά αυτών που ανήκουν σε ένα ενδιάμεσο στρώμα ανθρώπων που έχουν ηγετικούς ή διευθυντικούς ρόλους σε διάφορους θεσμούς. Είναι ο κανόνας (ο οικουμενισμός) που εμπερικλείει τις αποδοτικότερες μορφές πρόσληψης τεχνικού, επαγγελματικού και επιστημονικού προσωπικού. Αυτό το ενδιάμεσο στρώμα μπορεί να είναι μικρότερο ή μεγαλύτερο ανάλογα με την θέση της κάθε χώρας στο παγκόσμιο σύστημα, και την εγχώρια πολιτική κατάσταση. Όσο ισχυρότερη είναι η οικονομική θέση μιας χώρας τόσο πολυπληθέστερο είναι αυτό το στρώμα. Κάθε που ο οικουμενισμός χάνει την κυριαρχία του ακόμα κι ανάμεσα στα στελέχη σε συγκεκριμένα μέρη του παγκόσμιου συστήματος, οι παρατηρητές βλέπουν δυσλειτουργία, και αμέσως ασκούνται πολιτικές πιέσεις (κι απο μέσα από την χώρα, κι από το εξωτερικό) για την αποκατάσταση κάποιου βαθμού οικουμενικών κριτηρίων.
Υπάρχουν δυό τελείως διαφορετικοί λόγοι γι αυτό. Απο την μιά μεριά ο οικουμενισμός θεωρείται οτι διασφαλίζει σχετικά ικανοποιητική απόδοση, κι έτσι συνδράμει σε πιο αποτελεσματική παγκόσμια οικονομία, που με την σειρά της βελτιώνει την ικανότητα συσσώρευσης κεφαλαίου. Συνεπώς, αυτοί που ελέγχουν τις διαδικασίες παραγωγής πιέζουν για τέτοια οικουμενικά κριτήρια. Βέβαια τα οικουμενικά κριτήρια εγείρουν δυσαρέσκεια όταν εφαρμόζονται, μόνο όταν κάποιο επιμεριστικό κριτήριο γίνεται απαιτητό. Όταν μια δημόσια υπηρεσία είναι ανοιχτή σε μιά μόνον εθνότητα ή θρησκεία, η επιλογή των προσώπων για τα μέλη της είναι οικουμενική, συνολικά όμως όχι. Αν τα οικουμενικά κριτήρια επικαλούνται μόνο την στιγμή της επιλογής, αλλά αγνοούνται τα επιμεριστικά κριτήρια που διαπερνούν την εκπαίδευση και την πρότερη εμπειρία, πάλι υπάρχει δυσαρέσκεια. Αλλά ακόμα κι αν τα οικουμενικά κριτήρια είναι όντως οικουμενικά, πάλι θα υπάρξει διαμαρτυρία και «λαϊκή» πίεση για άρση των κριτηρίων, αφού επιλογή σημαίνει αναγκαστικά αποκλεισμό. Κάτω από αυτές τις πολύπλοκες περιστάσεις τα οικουμενικά κριτήρια παίζουν έναν βασικό κοινωνιο-ψυχολογικό ρόλο για την νομιμοποίηση αξιοκρατικής ανάθεσης. Κάνουν αυτούς που έχουν φτάσει στο στάτους των στελεχών να νιώθουν δικαιωμένοι στην πρόοδό τους, και να αγνοούν πως τα λεγόμενα οικουμενικά κριτήρια που τους επέτρεψαν την πρόσβαση στο στελεχικό στρώμα δεν ήταν πράγματι οικονομικά, ή να αγνοούν τις διαμαρτυρίες των υπολοίπων για τα προνόμια και τους μισθούς των στελεχών. Ο κανόνας του οικονομισμού είναι μια τεράστια υπηρεσία γι αυτούς που επωφελούνται απο το σύστημα. Τους κάνει να νιώθουν ότι αξίζουν αυτά που κατέχουν.
Από την άλλη πλευρά, ο ρατσισμός, ο σεξισμός και οι άλλοι αντι-οικουμενικοί κανόνες εκτελούν εξίσου σημαντικές υπηρεσίες στην ανάθεση εργασίας, εξουσίας και προνομίων μέσα στο σύγχρονο παγκόσμιο σύστημα. Φαίνεται να δηλώνουν αποκλεισμούς απο την δημόσια σφαίρα. Στην ουσία είναι πραγματικά τρόποι ενσωμάτωσης, αλλά ενσωμάτωσης των κατώτερων στρωμάτων. Αυτοί οι κανόνες υπάρχουν για να δικαιολογούν την κατώτερη διαβάθμιση, να επιβάλλουν την κατώτερη διαβάθμιση, και κατά διαστροφικό τρόπο, να την κάνουν κάπως λιγότερο δυσσάρεστη σε αυτούς που ανήκουν σε αυτήν. Οι αντι-οικουμενικοί κανόνες παρουσιάζονται σαν κωδικοποιήσεις φυσικών, αιώνιων αληθειών, μη επιδεχόμενων κοινωνικής αλλαγής. Δεν παρουσιάζονται απλά σαν πολιτισμικές αλήθειες αλλά, ενδόμυχα ή και φανερά, σαν βιολογικά προσδιορισμένες αναγκαιότητες για την λειτουργία του ανθρώπινου είδους.
Γίνονται κανόνες για το κράτος, τον χώρο δουλειάς, τον δημόσιο χώρο. Αλλά επίσης γίνονται κανόνες μέσα απο τους οποίους τα νοικοκυριά πιέζονται να κοινωνικοποιούν τα μέλη τους, μια προσπάθεια που συνολικά έχει στεφθεί με επιτυχία. Δικαιολογούν την πόλωση του παγκόσμιου συστήματος. Εφόσον η πόλωση αυξάνεται μέσα στον χρόνο, ο ρατσισμός, ο σεξισμός και οι άλλες μορφές αντι-οικουμενισμού έχουν γίνει ακόμα πιο σημαντικές, έστω κι άν κι ο πολιτικός αγώνας εναντίον αυτών των μορφών αντι-οικουμενισμού, έχει επίσης γίνει πιό κεντρικός για την λειτουργία του παγκόσμιου συστήματος.
Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι το σύγχρονο παγκόσμιο σύστημα έχει δημιουργήσει, ως βασικό στοιχείο της δομής του, την ταυτόχρονη ύπαρξη, προπαγάνδιση και πρακτική καί του οικουμενισμού, καί του αντι-οικουμενισμού. Αυτή η αντινομική δυάδα, είναι τόσο θεμελιώδης για το σύστημα, όσο και ο πυρηνικός-περιφερειακός, κάθετος καταμερισμός εργασίας.
(Εδώ τελειώνει το κεφάλαιο (2ο) του βιβλίου του ‘World Systems Analysis’, όπου ο Wallerstein περιγράφει το παγκόσμιο σύστημα και τον καπιταλισμό. Θα προσπαθήσουμε αργότερα να μεταφράσουμε και να αναρτήσουμε και το κεφάλαιο στο οποίο περιγράφει την δομική κρίση του καπιταλισμού, και τους λόγους για τους οποίους είναι αξεπέραστη απο το ίδιο το σύστημα.)
Δεν υπάρχει ελιξίριο ζωής για τον καπιταλισμό: Η κατάρρευσή του είναι τελεσίδικη
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν υπάρχει κατάρρευση λέμε... οι κοινωνίες, μάλλον οι κοινωνικοπολιτικοί σχηματισμοί, δεν καταρρέουν, ανατρέπονται!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑλλιώς ας καθίσουμε να περιμένουμε την κατάρρευση του καπιταλισμού... στον αιώνα τον άπαντα θα τον παρακολουθούμε να σαπίζει, δηλαδή να μας σαπίζει τη ζωή!
Είναι τα υποκείμενα της ιστορίας, οι άνθρωποι, και στην περίπτωσή μας μια συγκεκριμένη τάξη, η εργατική τάξη, που με οργανωμένο αγώνα θα ανατρέψει τον καπιταλισμό.
Η ανατροπή του καπιταλισμού είναι το αποτέλεσμα της ταξικής πάλης που φτάνει μέχρι τα άκρα, την διεκδίκιση της εξουσίας από την εργατική τάξη. Έτσι ανατρέπεται ο καπιταλισμός, δεν καταρρέει μόνος του!
Κατά τ' άλλα, ναι συμφωνούμε, δεν υπάρχει ελιξίριο ζωής για τον καπιταλισμό. Μόνο που την χαριστική βολή πρέπει να του την δώσει η εργατική τάξη (που ο ίδιος δημιούργησε) για να τον ανατρέψει... δεν θα καταρρεύσει από μόνος του!