Καθόμουν και σκεφτόμουν σήμερα και μέτραγα τα ευρώ που είχα στα χέρια μου. Τα κοιτούσα και τα μέτραγα και έψαχνα ξανά τις τσέπες μου μπας μου είχε φύγει κανένα νόμισμα. Όχι ότι θα με έσωζε, 3 ευρώ και 30 λεπτά είχα έτσι κι αλλιώς. Απλά ευελπιστούσα να έβρισκα κάτι ακόμα μπας και αγοράσω κανά έξτρα πακέτο μακαρόνια, για να τη βγάλω καθαρή για καμιά βδομάδα ακόμα.
Ζόρικα πολύ τα πράγματα. Στο έλεος του γκρεμού, και ξέρω δεν είμαι μόνο εγώ έτσι. Κοιτάζω γύρω μου και καταλαβαίνω. Ο κόσμος πεινάει αλλά ντρέπεται να το πει. Ντρέπεται να βγει να πει για την φτώχεια του, όπως ντρέπομαι και εγώ. Νιώθω ότι χάνω την αξιοπρέπεια μου. Και σπουδές έχω, και πτυχίο έχω, και πιάνουν τα χέρια μου σε δουλειές αλλά...
Βλέπετε ο πατέρας μου με έμαθε από μικρό, ότι η γνώση είναι δύναμη. Όλο και κάπου θα χρειαστεί να ξέρεις πέντε πράγματα. Και κουτσά στραβά την έβγαζα μέχρι τώρα κάπως καθαρή. Στην στέρηση πάντα, αλλά δεν μπορώ μου έφταναν για να παίρνω τα τσιγάρα μου, να παίρνω και έναν καφέ στο χέρι, άντε που και που να πηγαίνω για καμιά μπύρα όταν είχε μπάλα.
Τώρα όμως? Τώρα δεν υπάρχει αύριο έτσι όπως είναι τα πράγματα. Κανένας δεν ελπίζει σε τίποτα καλύτερο, ακριβώς γιατί του έχουν αφαιρέσει αυτό το δικαίωμα με τον έναν ή τον άλλο τρόπο να αντιλαμβάνεται. Ναι αντιλαμβάνεσαι αυτή είναι η ουσία. Δεν θα πω τα μεγάλα βαρύγδουπα λόγια που άκουσα από έναν κυβερνητικό εκπρόσωπο από κοντά σε μια εκδήλωση που είμαι, ότι πρέπει να αλλάξουμε μέσα μας, να αλλάξει η αισθητική μας και και και ένα σωρό ακόμα φανφάρες.
Ανούσια λόγια όχι για να πείσει εμένα, αλλά για να πείσει τον εαυτό του μπας και χωνέψει αυτό που λέει. Εργάτης είμαι, και αυτό δεν σημαίνει ότι τρώω κουτόχορτο. Γι αυτό λέω δεν μπορεί ο κόσμος να αντιληφθεί. Δεν μπορεί να καταλάβει το πιο απλό πράγμα. Χωρίς τα δικά του χέρια δεν κουνιέται τίποτα, άρα γιατί το δέχεται έτσι απλά να τα ξεπουλήσει για ένα ξεροκόμματο?
Γιατί δεν αντιλαμβάνεται ότι χωρίς τον εργάτη, γιατί όλοι οι υπόλοιποι πλην των λίγων και εκλεκτών εργάτες, είμαστε δουλειά δεν μπορεί να υπάρξει? Άρα πρόοδος δεν μπορεί να υπάρξει, άρα πολιτισμός δεν μπορεί να υπάρξει, άρα η περιβόητη ανάπτυξη δεν μπορεί να υπάρξει και πολλά ακόμα.
Αλλά ξέχασα φταίνε και οι μετανάστες. Ναι οι κακοί μας μετανάστες. Αυτοί που μας πήραν τις δουλειές. Όπως εγώ πχ, έχω πάρει πολλές δουλειές αυτή τη στιγμή και γι αυτό κοιτάω με μεγάλη σοφία το πώς θα ξοδέψω τα 3,30 ευρώ που έχω στο χέρι μου για να επιβιώσω μέχρι όσο πάει. Γιατί έφυγα από την χώρα μου επειδή εκεί με θεωρούσαν Έλληνα και ήρθα εδώ για να με πουν Αλβανό. Και πόσοι ακόμα να είναι έτσι άραγε? Ναι ήμασταν αμόρφωτοι και εκεί, γιατί πάντα οι μετανάστες είναι αμόρφωτοι. Ναι θέλαμε να πιούμε το αίμα του Έλληνα εργάτη και να του κλέψουμε τη δουλειά. Να του φάμε τη θέση με λίγα λόγια γιατί πάντα έτσι είναι. Δεν με ρώτησε κανείς γιατί έφυγα, βέβαια, όχι μόνο εγώ, αλλά εκατομμύρια κόσμος που έχει έρθει εδώ πέρα και έχει μεταναστεύσει είτε στην Ελλάδα είτε από την Ελλάδα για αλλού. Δεν μας ρώτησε κανείς αν το χαρήκαμε αυτό που ζήσαμε. Και ναι εκεί δεν ήμασταν απλοί εργάτες, δεν ήμασταν αμόρφωτοι, δεν ήμασταν ζητιάνοι. Και μόρφωση είχαμε, και το σπίτι μας είχαμε και τη δουλειά μας επίσης. Αλλά τι βόλευε τότε? Φτηνά εργατικά χέρια…και που τα βρίσκεις πιο εύκολα? Σε χώρες διαλυμένες, σε χώρες κατακρεουργημένες από τον πόλεμο που και η πλειοψηφία συμμετείχε με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Άμεσα ή έμμεσα. Μην τους γεννούνται λοιπόν ερωτηματικά όλων αυτών γιατί έρχονται εδώ πέρα. Δεν έρχεται κανένας για ένα καλύτερο αύριο, έρχεται γιατί τους ξεριζώνουν όπως άχρηστα χορτάρια σε μια αυλή και μετά τα πετάνε στα σκουπίδια.
Αλλά ξεφεύγω από το θέμα μου, είναι και λίγο η σκέψη βαριά. Μέρες τώρα προσπαθώ πραγματικά να μην τα βάλω κάτω. Και πλέον που έχω φτάσει στα όρια της πείνας, καταλαβαίνω γιατί τα χάνει ο κόσμος. Γιατί φτάνει ένα βήμα πριν την αυτοκτονία, ή στην αυτοκτονία. Γιατί φτάνει να ψάχνει τα σκουπίδια για να βρει φαγητό. Γιατί ξεπουλάει ότι έχει αξία στο σπίτι του. Για ένα πιάτο φαί. Για να μπορέσει να επιβιώσει θα δουλέψει και με 1,5 ευρώ την ώρα για 12 ώρες και παραπάνω.
Και όλα αυτά γιατί? Γιατί δεν έχει ο κόσμος ακόμα αντιληφθεί τη δύναμη του. Ένα πράγμα με κρατάει όρθιο το τελευταίο διάστημα. Ότι έχω ξεκάθαρο στο κεφάλι μου, στο μυαλό μου στη συνείδηση μου ότι αυτή η ζωή δεν μου αξίζει. Ότι υπάρχει ένα καλύτερο μέλλον που μπορώ να παλέψω γι αυτό. Ότι είμαι εργάτης και εγώ παράγω αυτόν τον πλούτο που τον καρπώνονται αυτοί οι λίγοι και παρασιτούν αυτή τη στιγμή στο δικό μου κορμί και εκατομμύρια ακόμα εργατών, και τους ξεζουμάνε μέρα-νύχτα. Και αυτός ο πλούτος θα γίνει κάποια στιγμή δικός μας. Γιατί το σάπιο τους το σύστημα έχει τελειωμό. Δεν μπορεί να συνεχίζει έτσι για πάντα. Δεν μπορεί μια χούφτα από παράσιτα κεφαλαιοκράτες να καπηλεύεται το μόχθο εκατομμυρίων εργατών. Και θα έρθει η μέρα που όλα αυτά θα γίνουν κάποτε δικά μας και θα τα χαιρόμαστε εμείς που τα παράγουμε.
Και για το φίδι του φασισμού, τι να πω? Τι να πρωτοπώ άλλωστε. Η σιδηρά γροθιά του καπιταλισμού για να τσακίσει τους εργάτες. Έλληνες και ξένους. Όπως Έλληνα δολοφόνησαν πριν λίγες μέρες έτσι μπορεί να δολοφονήσουν και εσένα που διαβάζεις αυτό το κείμενο. Γιατί ο χρυσαυγίτης δε πήρε μόνος του το όπλο, αλλά το ίδιο το σύστημα τον εφοδίασε με αυτό για να μπορεί να σκοτώνει όποιον σκέφτεται και να σπέρνει το φόβο. Γιατί το κεφάλαιο δεν κοιτάει χρώμα, φύλο, έθνος κλπ κλπ. Κοιτάει μόνο πως θα σε εκμεταλλευτεί με όποιον τρόπο μπορεί. Η μάσκα του μπορεί να αλλάζει κάθε φορά, να παίρνει φιλελεύθερο, σοσιαλδημοκρατικό, ναζιστικό στυλ, αλλά ο στόχος του θα παραμένει ο ίδιος. Η εκμετάλλευση του εργάτη στο έπακρο για τα δικά τους κέρδη. Και βρίσκουν μια χαρά εφόδια και στα αριστερούτσικα τους. Ωραία τη βάζουνε και αυτή τη μάσκα τους έξω στον κόσμο οι δήθεν αγωνιστές, οι δήθεν αριστεροί, οι δήθεν «έλα να κάνουμε απεργία διαρκείας», αλλά πρώτοι στην απεργοσπασία, και μέσα στη δουλειά με σκυμμένο το κεφάλι βάζουνε το λιθαράκι τους σιγά σιγά.
Τέλος πάντων μακρήγορο πάλι και θα αρχίσω να λέω διάφορα από δω κι από κεί. Ένα πράγμα όμως κυριαρχεί στο κεφάλι μου αυτές τις μέρες, που μου δίνει δύναμη. Το σύνθημα που φωνάζουμε κάθε φορά στις απεργίες, σε περιφρουρήσεις, σε πορείες και όχι μόνο. «Χωρίς εσένα γρανάζι δεν γυρνά, εργάτη μπορείς χωρίς αφεντικά». Αυτό πρέπει να αντιληφθεί ο κόσμος τη δύναμη αυτών των λέξεων, και ο δρόμος για την ανατροπή αυτού του σάπιου συστήματος είναι εύκολος.
Κλείνοντας θέλω να αφιερώσω αυτό το ποίημα του Μπρεχτ στον άτυχο νεκρό Παύλο Φύσσα.
Αυτοί που βρίσκονται ψηλά
Θεωρούνε ταπεινό
Να μιλάς για το φαΐ
Ο λόγος; Έχουνε κι όλας φάει
Οι ταπεινοί αφήνουνε τον κόσμο
Χωρίς να’χουνε δοκιμάσει κρέας της προκοπής
Πώς ν’αναρωτηθούν πού’θε έρχονται
Και πού πηγαίνουν
Είναι τα όμορφα δειλινά τόσο αποκαμωμένοι
Το βουνό και την πλατειά τη θάλασσα
Δεν τά’χουν ακόμα δει
Όταν σημαίνει η ώρα τους
Αν δεν νοιαστούν οι ταπεινοί
Γι’αυτό που είναι ταπεινό
Ποτέ δεν θα υψωθούν
Το ημερολόγιο
Δεν δείχνει ακόμα την ημέρα
Όλοι οι μήνες, όλες οι ημέρες
Είναι ανοιχτές
Κάποια απ’ αυτές θα σφραγιστεί
Μ’ έναν σταυρό
Οι εργάτες φωνάζουν για ψωμί
Οι έμποροι φωνάζουν γι’αγορές
Οι άνεργοι πεινούσαν
Τώρα πεινάνε κι όσοι εργάζονται
Αυτοί που αρπάνε το φαΐ απ’ το τραπέζι
Κηρύχνουν τη λιτότητα
Αυτοί που παίρνουν όλα τα δοσήματα
Ζητάνε θυσίες
Οι χορτάτοι μιλάνε στους πεινασμένους
Για τις μεγάλες εποχές που θα’ρθουν
Αυτοί που τη χώρα σέρνουνε στην άβυσσο
Λες πως η τέχνη να κυβερνάς το λαό
Είναι πολύ δύσκολη για τους ανθρώπους του λαού
Αυτοί που βρίσκονται ψηλά λένε
Πόλεμος και ειρήνη
Είναι δυο πράγματα ολότελα διαφορετικά
Όμως η ειρήνη τους και ο πόλεμός τους
Μοιάζουν όπως ο άνεμος κι η θύελλα
Ο πόλεμος γεννιέται απ’ την ειρήνη τους
καθώς ο γιος από την μάνα
έχει τα δικά της απαίσια χαρακτηριστικά
ο πόλεμός τους σκοτώνει
ό,τι άφησε όρθιο η ειρήνη τους
Όταν αυτοί που είναι ψηλά
Μιλάνε για ειρήνη
Ο απλός λαός ξέρει
Πως έρχεται ο πόλεμος
Όταν αυτοί που είναι ψηλά
Καταριούνται τον πόλεμο
Διαταγές για επιστράτευση
Έχουν υπογραφεί
Στον τοίχο με κιμωλία γραμμένο
Θέλουνε πόλεμο
Αυτός που το΄χε γράψει
Έπεσε κι όλας
Αυτοί που βρίσκονται ψηλά λένε
Να ο δρόμος για τη δόξα
Αυτοί που είναι χαμηλά λένε
Να ο δρόμος για το μνήμα
Τούτος ο πόλεμος που έρχεται
Δεν είναι ο πρώτος
Πριν απ’ αυτόν γίνανε κι άλλοι πόλεμοι
Όταν ετέλειωσε ο τελευταίος
Υπήρχαν νικητές και νικημένοι
Στους νικημένους ο φτωχός λαός
Πέθαινε απ’ την πείνα
Στους νικητές ο φτωχός λαός
Πέθαινε το ίδιο
Σαν θα’ρθει η ώρα της πορείας
Πολλοί δεν ξέρουν
Πως επικεφαλής βαδίζει ο εχθρός τους
Η φωνή που διαταγές τους δίνει
Είναι του εχθρού τους η φωνή
Εκείνος που για τον εχθρό μιλάει
Είναι ο ίδιος τους ο εχθρός
Νύχτα
Τ’ανδρόγυνα ξαπλώνουν στο κρεβάτι τους
Οι νέες γυναίκες θα γεννήσουν ορφανά
Στρατηγέ το τανκς σου
Είναι δυνατό μηχάνημα
Θερίζει δάση ολόκληρα
Κι εκατοντάδες άνδρες αφανίζει
Μόνο που έχει ένα ελάττωμα
-χρειάζεται οδηγό
Στρατηγέ το βομβαρδιστικό
Είναι πολυδύναμο
Πετάει πιο γρήγορα απ’ τον άνεμο
Κι απ’ τον ελέφαντα σηκώνει βάρος πιο πολύ
Μόνο που έχει ένα ελάττωμα
-χρειάζεται πιλότο
Στρατηγέ ο άνθρωπος είναι χρήσιμος πολύ
Ξέρει να πετάει
Ξέρει και να σκοτώνει
Μόνο που έχει ένα ελάττωμα
-ξέρει να σκέφτεται
Μπέρτολντ Μπρεχτ-”Γερμανικό Εγχειρίδιο Πολέμου”
(Ποιήματα του Σβέντμποργκ, 1939)
Τ.Α. (ένας άνεργος, πτυχιούχος, απάτριδος μετανάστης)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΥ
Είμαστε ανοιχτοί σε όλα τα σχόλια που προσπαθούν να προσθέσουν κάτι στην πολιτική συζήτηση.
Σχόλια :
Α) με υβριστικό περιεχόμενο ή εμφανώς ερειστική διάθεση
Β) εκτός θέματος ανάρτησης
Γ) με ασυνόδευτα link (spamming)
Δ) χωρίς τουλάχιστον ένα διακριτό ψευδώνυμο
Ε) που δεν σέβονται την ταυτότητα και τον ιδεολογικό προσανατολισμό του blog
ΘΑ ΔΙΑΓΡΑΦΟΝΤΑΙ.
Παρακαλείστε να γράφετε τα σχόλια σας στα Ελληνικά
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.